Κατὰ τὴν
διήγηση τῶν Εὐαγγελιστῶν, ὁ Κύριός µας Ἰησοῦς Χριστὸς πῆρε ἀπὸ τοὺς
µαθητὲς τὸν
Πέτρο, τὸν Ἰωάννη καὶ τὸν Ἰάκωβο καὶ ἀνέβηκε στὸ ὄρος Θαβὼρ γιὰ νὰ
προσευχηθεῖ.
Οἱ τρεῖς
µαθητές Του, ὅπως ἦταν κουρασµένοι ἀπὸ τὴ δύσκολη ἀνάβαση στὸ Θαβὼρ καὶ ἐνῷ
κάθισαν νὰ ξεκουραστοῦν, ἔπεσαν σὲ βαθὺ ὕπνο.
Ὅταν, ὅµως, ξύπνησαν,
ἀντίκρισαν ἀπροσδόκητο καὶ ἐξαίσιο θέαµα.
Τὸ πρόσωπο
τοῦ Κυρίου ἄστραφτε σὰν τὸν ἥλιο, καὶ τὰ φορέµατά Του ἦταν λευκὰ σὰν τὸ φῶς.
Τὸν περιστοίχιζαν
δὲ καὶ συνοµιλοῦσαν µαζί Του δυὸ ἄνδρες, ὁ Μωϋσῆς καὶ ὁ Ἠλίας.
Ἀφοῦ οἱ
µαθητὲς συνῆλθαν κάπως ἀπὸ τὴν ἔκπληξη, ὁ πάντα ἐνθουσιώδης, Πέτρος,
θέλοντας νὰ
διατηρηθεῖ αὐτὴ ἡ ἁγία µέθη ποὺ προκαλοῦσε ἡ ἀκτινοβολία τοῦ Κυρίου,
ἰκετευτικὰ εἶπε
νὰ στήσουν τρεῖς σκηνές.
Μία γιὰ τὸν
Κύριο, µία γιὰ τὸ Μωϋσῆ καὶ µία γιὰ τὸν Ἠλία.
Πρὶν
προλάβει, ὅµως, νὰ τελειώσει τὴν φράση του, ἦλθε σύννεφο ποὺ
τοὺς σκέπασε
καὶ µέσα ἀπ΄ αὐτὸ ἀκούστηκε φωνὴ ποὺ ἔλεγε:
«Οὗτος ἐστὶν
ὁ υἱός µου ὁ ἀγαπητός· αὐτοῦ ἀκούετε».
Δηλαδή, Αὐτὸς
εἶναι ὁ Υἱός µου ὁ ἀγαπητός, ποὺ τὸν ἔστειλα γιὰ νὰ σωθεῖ ὁ κόσµος.
Αὐτὸν νὰ ἀκοῦτε.
Ὀφείλουµε, λοιπόν, καὶ ἐµεῖς ὄχι µόνο νὰ Τὸν ἀκοῦµε,
ἀλλὰ καὶ νὰ Τὸν ὑπακοῦµε.
Σὲ ὁποιοδήποτε
δρόµο µᾶς φέρει, εἴµαστε ὑποχρεωµένοι νὰ πειθαρχοῦµε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σχόλια