ΙΕΡΟ ΛΕΙΨΑΝΟ ΑΓΙΟΥ ΛΑΖΑΡΟΥ ΤΟΥ ΤΕΤΡΑΗΜΕΡΟΥ
Κατά Ιωάννην ευαγγέλιον Κεφ. 11, 1 - 44 (Με μετάφραση).
Ιω. 11,1 Ἦν δέ τις ἀσθενῶν Λάζαρος ἀπὸ Βηθανίας, ἐκ τῆς
κώμης Μαρίας καὶ Μάρθας τῆς ἀδελφῆς αὐτῆς.
Ιω.
11,1 Ήτο δε κάποιος ασθενής, ονόματι Λάζαρος, από
την Βηθανίαν, από το χωρίον της Μαρίας και Μάρθας της αδελφής της.
Ιω.
11,2 ἦν δὲ Μαρία ἡ ἀλείψασα τὸν Κύριον μύρῳ καὶ ἐκμάξασα
τοὺς πόδας αὐτοῦ ταῖς θριξὶν αὐτῆς, ἧς ὁ ἀδελφὸς Λάζαρος ἠσθένει.
Ιω. 11,2 Η δε Μαρία ήτο εκείνη, που άλειψε τον Κύριον,
ολίγας ημέρας προ της σταυρώσεως, με μύρον και εσπόγγισε τα πόδια του με τα
μαλλιά της. Αυτής λοιπόν ο αδελφός Λάζαρος ήτο ασθενής.
Ιω. 11,3 ἀπέστειλαν οὖν αἱ ἀδελφαὶ πρὸς αὐτὸν λέγουσαι·
Κύριε, ἴδε ὃν φιλεῖς ἀσθενεῖ.
Ιω. 11,3 Έστειλαν
τότε αι δύο αδελφαί προς τον Ιησούν ανθρώπους να τον ειδοποιήσουν, οι οποίοι
του είπαν εκ μέρους των· “Κύριε, ιδού αυτός, τον οποίον τόσον πολύ αγαπάς,
είναι ασθενής”.
Ιω. 11,4 ἀκούσας
δὲ ὁ Ἰησοῦς εἶπεν· αὕτη ἡ ἀσθένεια οὐκ ἔστι πρὸς θάνατον, ἀλλ᾿ ὑπὲρ τῆς δόξης
τοῦ Θεοῦ, ἵνα δοξασθῇ ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ δι᾿ αὐτῆς.
Ιω. 11,4 Όταν
όμως ήκουσεν ο Ιησούς τούτο, είπεν· “αυτή η ασθένεια δεν είναι για θάνατο, αλλά
δια να φανή η δόξα του Θεού και να δοξασθή ο Υιός του Θεού με την ασθένειαν
αυτήν, διότι θα δοθή ευκαιρία άλλο μεγάλο θαύμα να πραγματοποιηθή”.
Ιω. 11,5 ἠγάπα
δὲ ὁ Ἰησοῦς τὴν Μάρθαν καὶ τὴν ἀδελφὴν αὐτῆς καὶ τὸν Λάζαρον.
Ιω. 11,5 Ο
δε Ιησούς αγαπούσε πολύ ολόκληρον αυτήν την οικογένειαν, δηλαδή την Μάρθαν και
την αδελφήν της και τον Λάζαρον.
Ιω. 11,6 ὡς
οὖν ἤκουσεν ὅτι ἀσθενεῖ, τότε μὲν ἔμεινεν ἐν ᾧ ἦν τόπῳ δύο ἡμέρας·
Ιω.
11,6 Όταν, λοιπόν, ήκουσεν ότι ο Λάζαρος
ασθενεί, τότε μεν έμεινεν στον τόπον, όπου ευρίσκετο, δύο ακόμη ημέρας.
Ιω.
11,7 ἔπειτα μετὰ τοῦτο λέγει τοῖς μαθηταῖς·
ἄγωμεν εἰς τὴν Ἰουδαίαν πάλιν.
Ιω.
11,7 Έπειτα, αφού επέρασε και αυτό το
χρονικόν διάστημα, λέγει στους μαθητάς του· “ας πάμε πάλιν εις την Ιουδαίαν”.
Ιω.
11,8 λέγουσιν αὐτῷ οἱ μαθηταί· ῥαββί, νῦν
ἐζήτουν σε λιθάσαι οἱ Ἰουδαῖοι, καὶ πάλιν ὑπάγεις ἐκεῖ;
Ιω.
11,8 Οι μαθηταί όμως του είπαν·
“Διδάσκαλε, τώρα προ ολίγου εζητούσαν οι Ιουδαίοι να σε λιθοβολήσουν και συ
πηγαίνεις πάλιν εκεί;”
Ιω.
11,9 ἀπεκρίθη Ἰησοῦς· οὐχὶ δώδεκά εἰσιν ὧραι
τῆς ἡμέρας; ἐάν τις περιπατῇ ἐν τῇ ἡμέρᾳ, οὐ προσκόπτει, ὅτι τὸ φῶς τοῦ κόσμου
τούτου βλέπει·
Ιω.
11,9 Απήντησεν ο Ιησούς· “δώδεκα δεν
είναι αι ώραι της ημέρας; Όποιος περιπατεί κατά το διάστημα της ημέρας, δεν
σκοντάπτει, διότι βλέπει με το φως του κόσμου τούτου. (Η ημέρα της ζωής μου
εξακολουθεί ακόμη και εγώ προχωρώ στο έργον μου με βεβαιότητα και ασφάλειαν).
Ιω. 11,10 ἐὰν
δέ τις περιπατῇ ἐν τῇ νυκτί, προσκόπτει, ὅτι τὸ φῶς οὐκ ἔστιν ἐν αὐτῷ.
Ιω. 11,10 Εάν όμως κανείς περιπατή κατά την νύκτα,
σκοντάπτει, διότι δεν υπάρχει εις αυτόν φως να τον φωτίζη. (Εις το σκοτάδι της
αγνοίας και της πλάνης βαδίζουν όλοι όσοι επιμένουν εις την απιστίαν των και
δεν θέλουν να δεχθούν το φως, που εγώ τους προσφέρω)”.
Ιω. 11,11 ταῦτα εἶπε, καὶ μετὰ τοῦτο λέγει αὐτοῖς·
Λάζαρος ὁ φίλος ἡμῶν κεκοίμηται· ἀλλὰ πορεύομαι ἵνα ἐξυπνήσω αὐτόν.
Ιω. 11,11 Αυτά είπε και έπειτα τους λέγει· “ο Λάζαρος, ο
φίλος μας, έχει κοιμηθή· αλλά εγώ πηγαίνω να τον εξυπνήσω”.
Ιω. 11,12 εἶπον οὖν οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ· Κύριε, εἰ
κεκοίμηται, σωθήσεται.
Ιω. 11,12 Οι μαθηταί, επειδή ενόμισαν ότι πρόκειται περί
φυσικού ύπνου, του είπαν· “Κύριε, εάν έχη κοιμηθή, αυτό είναι δείγμα ότι
πηγαίνει καλύτερα και θα σωθή από την ασθένειάν του”.
Ιω. 11,13 εἰρήκει δὲ ὁ Ἰησοῦς περὶ τοῦ θανάτου αὐτοῦ· ἐκεῖνοι
δὲ ἔδοξαν ὅτι περὶ τῆς κοιμήσεως τοῦ ὕπνου λέγει.
Ιω. 11,13 Ο Ιησούς όμως ωμιλούσε δια τον θάνατον του
Λαζάρου. Αλλ' έκείνοι ενόμισαν ότι ομιλεί περί του φυσικού ύπνου.
Ιω. 11,14 τότε οὖν εἶπεν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς παῤῥησίᾳ·
Λάζαρος ἀπέθανε,
Ιω. 11,14 Τότε, λοιπόν, τους είπε ο Ιησούς καθαρά· “ο
Λάζαρος απέθανε.
Ιω. 11,15 καὶ χαίρω δι᾿ ὑμᾶς, ἵνα πιστεύσητε, ὅτι οὐκ ἤμην
ἐκεῖ· ἀλλ᾿ ἄγωμεν πρὸς αὐτόν.
Ιω. 11,15 Και χαίρω για σας, διότι αυτό το γεγονός θα
σας κάμη να πιστεύσετε περισσότερον. Χαίρω διότι δεν ήμουν εκεί κατά την
διάρκειαν της ασθενείας του, δια να του δώσω την υγείαν, αλλά πηγαίνω τώρα που
είναι νεκρός, δια να τον αναστήσω και να ίδετε έτσι και σεις ένα άλλο μεγάλο
θαύμα. Αλλά ας πάμε προς αυτόν”.
Ιω. 11,16 εἶπεν οὖν Θωμᾶς ὁ λεγόμενος Δίδυμος τοῖς
συμμαθηταῖς· ἄγωμεν καὶ ἡμεῖς ἵνα ἀποθάνωμεν μετ᾿ αὐτοῦ.
Ιω. 11,16 Τότε, λοιπόν, ο Θωμάς-ο οποίος εις την
ελληνικήν λέγεται Διδυμος είπεν στους συμμαθητάς του· “ας πάμε και ημείς εκεί
όπου περιμένουν οι εχθροί του να τον φονεύσουν, δια να πεθάνωμε μαζή του”.
Ιω. 11,17 Ἐλθὼν οὖν ὁ Ἰησοῦς εὗρεν αὐτὸν τέσσαρας ἡμέρας
ἤδη ἔχοντα ἐν τῷ μνημείῳ.
Ιω. 11,17 Όταν, λοιπόν, ήλθεν ο Ιησούς, ευρήκε τον
Λάζαρον να έχη τέσσαρας πλέον ημέρας μέσα στον τάφον.
Ιω. 11,18 ἦν δὲ ἡ Βηθανία ἐγγὺς τῶν Ἱεροσολύμων ὡς ἀπὸ
σταδίων δεκαπέντε,
Ιω. 11,18 Η δε Βηθανία ευρίσκετο κοντά εις τα
Ιεροσόλυμα, τρία περίπου χιλιόμετρα.
Ιω. 11,19 καὶ πολλοὶ ἐκ τῶν Ἰουδαίων ἐληλύθεισαν πρὸς τὰς
περὶ Μάρθαν καὶ Μαρίαν ἵνα παραμυθήσωνται αὐτὰς περὶ τοῦ ἀδελφοῦ αὐτῶν.
Ιω. 11,19 Και πολλοί από τους Ιουδαίους είχαν έλθει προς
τας αδελφάς, Μάρθαν και Μαρίαν, που τας εσυντρόφευαν κατά τας ημέρας εκείνας
και άλλοι, δια να τας παρηγορήσουν δια τον θάνατον του αδελφού των.
Ιω. 11,20 ἡ οὖν Μάρθα ὡς ἤκουσεν ὅτι ὁ Ἰησοῦς ἔρχεται, ὑπήντησεν
αὐτῷ· Μαρία δὲ ἐν τῷ οἴκῳ ἐκαθέζετο.
Ιω. 11,20 Η Μάρθα λοιπόν μόλις άκουσε, ότι έρχεται ο
Ιησούς, έτρεξε αμέσως να τον συναντήση. Η δε Μαρία έμενεν στο σπίτι.
Ιω. 11,21 εἶπεν οὖν ἡ Μάρθα πρὸς τὸν Ἰησοῦν· Κύριε, εἰ ἦς
ὧδε, ὁ ἀδελφός μου οὐκ ἂν ἐτεθνήκει.
Ιω. 11,21 Είπε, λοιπόν, η Μάρθα προς τον Ιησούν· “Κύριε,
εάν ήσουνα εδώ, δεν θα επέθαινεν ο αδελφός μου.
Ιω. 11,22 ἀλλὰ καὶ νῦν οἶδα ὅτι ὅσα ἂν αἰτήσῃ τὸν Θεόν,
δώσει σοι ὁ Θεός.
Ιω. 11,22 Αλλά και τώρα, ξέρω ότι όσα και αν ζητήσης από
τον Θεόν, θα σου τα δώση ο Θεός”.
Ιω. 11,23 λέγει αὐτῇ ὁ Ἰησοῦς· ἀναστήσεται ὁ ἀδελφός
σου.
Ιω. 11,23 Λέγει εις αυτήν ο Ιησούς· “θα αναστηθή ο
αδελφός σου”.
Ιω. 11,24 λέγει αὐτῷ Μάρθα· οἶδα ὅτι ἀναστήσεται ἐν τῇ ἀναστάσει
ἐν τῇ ἐσχάτῃ ἡμέρᾳ.
Ιω. 11,24 Είπε τότε εις αυτόν η Μαρθα· “ξέρω ότι θα
αναστηθή κατά την γενικήν ανάστασιν, κατά την μεγάλην εκείνην και επίσημον
ημέραν”.
Ιω. 11,25 εἶπεν αὐτῇ ὁ Ἰησοῦς· ἐγώ εἰμι ἡ ἀνάστασις καὶ ἡ
ζωή.
Ιω. 11,25 Της είπεν ο Ιησούς· “εγώ είμαι η Ανάστασις και
η Ζωή.
Ιω. 11,26 ὁ πιστεύων εἰς ἐμέ, κἂν ἀποθάνῃ, ζήσεται· καὶ
πᾶς ὁ ζῶν καὶ πιστεύων εἰς ἐμὲ οὐ μὴ ἀποθάνῃ εἰς τὸν αἰῶνα. πιστεύεις τοῦτο;
Ιω. 11,26 Εκείνος
που πιστεύει εις εμέ, και αν πεθάνη σωματικώς, θα ζήση πνευματικώς εις την
μακαρίαν ζωήν, θα λάβη δε αναστημένον, άφθαρτον και αιώνιον το σώμα του. Και
καθένας που ζη εις την παρούσαν ζωήν και πιστεύει εις εμέ, δεν θα πεθάνη ποτέ,
αλλά θα ζη πνευματικώς στον αιώνα, ο δε σωματικός του θάνατος θα είναι η
γέφυρα, που θα τον μεταφέρη εις την αιωνιότητα. Πιστεύεις τούτο;”
Ιω. 11,27 λέγει αὐτῷ· ναί, Κύριε, ἐγὼ πεπίστευκα ὅτι σὺ
εἶ ὁ Χριστὸς ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ ὁ εἰς τὸν κόσμον ἐρχόμενος.
Ιω. 11,27 Είπε εις αυτόν η Μάρθα· “ναι, Κύριε, εγώ έχω
πιστεύσει ότι συ είσαι ο Χριστός, ο Υιός του Θεού, ο οποίος σύμφωνα με τας
προφητείας θα ήρχετο στον κόσμον, δια να σώση τον κόσμον. Δι' αυτό και πιστεύω
όλα όσα λέγεις”.
Ιω. 11,28 καὶ ταῦτα εἰποῦσα ἀπῆλθε καὶ ἐφώνησε Μαρίαν τὴν
ἀδελφὴν αὐτῆς λάθρᾳ εἰποῦσα· ὁ διδάσκαλος πάρεστι καὶ φωνεῖ σε.
Ιω. 11,28 Και αφού είπεν αυτά έφυγε, εκάλεσε την αδελφήν
της και της είπε κρυφά· “ο Διδάσκαλος είναι εδώ και σε φωνάζει”.
Ιω. 11,29 ἐκείνη ὡς ἤκουσεν, ἐγείρεται ταχὺ καὶ ἔρχεται
πρὸς αὐτόν.
Ιω. 11,29 Εκείνη μόλις ήκουσε, αμέσως σηκώνεται και
έρχεται εις συνάντησίν του.
Ιω. 11,30 οὔπω δὲ ἐληλύθει ὁ Ἰησοῦς εἰς τὴν κώμην, ἀλλ᾿ ἦν
ἐν τῷ τόπῳ ὅπου ὑπήντησεν αὐτῷ ἡ Μάρθα.
Ιω. 11,30 Ο δε Ιησούς δεν είχεν εισέλθει άκομη στο
χωρίον, αλλά έμεινε στον τόπον, όπου τον είχε προϋπαντήσει η Μάρθα.
Ιω. 11,31 οἱ οὖν Ἰουδαῖοι οἱ ὄντες μετ᾿ αὐτῆς ἐν τῇ οἰκίᾳ
καὶ παραμυθούμενοι αὐτήν, ἰδόντες τὴν Μαρίαν ὅτι ταχέως ἀνέστη καὶ ἐξῆλθεν, ἠκολούθησαν
αὐτῇ, λέγοντες ὅτι ὑπάγει εἰς τὸ μνημεῖον ἵνα κλαύσῃ ἐκεῖ.
Ιω. 11,31 Οι Ιουδαίοι, λοιπόν, που ήσαν μαζί της στο
σπίτι και την παρηγορούσαν, όταν είδαν την Μαρίαν ότι εσηκώθη γρήγορα και
εβγήκε έξω, την ηκολούθησαν λέγοντες ότι πηγαίνει στο μνημείον, δια να κλάψη
εκεί τον αδελφόν της.
Ιω. 11,32 ἡ
οὖν Μαρία ὡς ἦλθεν ὅπου ἦν ὁ Ἰησοῦς, ἰδοῦσα αὐτὸν ἔπεσε αὐτοῦ εἰς τοὺς πόδας
λέγουσα αὐτῷ· Κύριε, εἰ ἦς ὧδε, οὐκ ἂν ἀπέθανέ μου ὁ ἀδελφός.
Ιω. 11,32 Η
Μαρία όμως αμέσως μόλις ήρθε στον τόπον, όπου ευρίσκετο ο Ιησούς, όταν τον
είδε, έπεσεν εις τα πόδια του και του έλεγε “Κύριε, εάν ήσουνα εδώ, δεν θα μου
επέθαινε ο αδελφός”.
Ιω. 11,33 Ἰησοῦς
οὖν ὡς εἶδεν αὐτὴν κλαίουσαν καὶ τοὺς συνελθόντας αὐτῇ Ἰουδαίους κλαίοντας, ἐνεβριμήσατο
τῷ πνεύματι καὶ ἐτάραξεν ἑαυτόν,
Ιω. 11,33 Ο
Ιησούς όταν είδε αυτήν να κλαίη και τους Ιουδαίους, που είχαν έλθει μαζή της,
να κλαίουν επίσης, επεβλήθη με μεγάλην δύναμιν επί του εσωτερικού του, δια να
κρατήση την συγκίνησιν, η οποία τον επλημμύριζε
Ιω. 11,34 καὶ
εἶπε· ποῦ τεθείκατε αὐτόν;
Ιω. 11,34
και είπε με φωνήν ήρεμον· “που τον έχετε βάλει;”
Ιω. 11,35 λέγουσιν
αὐτῷ· Κύριε, ἔρχου καὶ ἴδε. ἐδάκρυσεν ὁ Ἰησοῦς.
Ιω.
11,35 Και εκείνοι του
λέγουν· “Κύριε, έλα να ειδής”. Και καθώς επήγαιναν, εδάκρυσεν ο Ιησούς από
συμπάθειαν δια τον βαθύν πόνον των δύο αδελφών.
Ιω. 11,36 ἔλεγον
οὖν οἱ Ἰουδαῖοι· ἴδε πῶς ἐφίλει αὐτόν·
Ιω. 11,36 Οι
Ιουδαίοι, όταν είδαν τα δάκρυα αυτά έλεγαν· “για κοίταξε, πόσον πολύ τον
αγαπούσε!”
Ιω. 11,37
τινὲς δὲ ἐξ αὐτῶν εἶπον· οὐκ ἠδύνατο οὗτος, ὁ ἀνοίξας τοὺς ὀφθαλμοὺς τοῦ τυφλοῦ,
ποιῆσαι ἵνα καὶ οὗτος μὴ ἀποθάνῃ;
Ιω. 11,37 Μερικοί
δε από αυτούς είπαν· “αυτός που ήνοιξε τα μάτια του εκ γενετής τυφλού, δεν
ημπορούσε να κάμη κάτι ενωρίτερα, δια να μη αποθάνη και αυτός; Διατί και εδώ
δεν έκανε θαύμα, θεραπεύων την ασθένειαν του φίλου του; Εξαντλήθηκε η δύναμίς
του;”
Ιω.
11,38 Ἰησοῦς οὖν, πάλιν ἐμβριμώμενος
ἐν ἑαυτῷ, ἔρχεται εἰς τὸ μνημεῖον· ἦν δὲ σπήλαιον, καὶ λίθος ἐπέκειτο ἐπ᾿ αὐτῷ.
Ιω. 11,38 Ο
Ιησούς, λοιπόν, επιβαλλόμενος συνεχώς επί του εαυτού του, δια να μη εκδηλωθή η
συγκίνησίς του, έρχεται στο μνημείον. Αυτό δε ήτο ένα σπήλαιον και εις την
είσοδόν του είχε τοποθετηθή ένας βαρύς λίθος.
Ιω.
11,39 λέγει ὁ Ἰησοῦς· ἄρατε τὸν
λίθον. λέγει αὐτῷ ἡ ἀδελφὴ τοῦ τεθνηκότος Μάρθα· Κύριε, ἤδη ὄζει· τεταρταῖος
γάρ ἐστι.
Ιω. 11,39 Λεγει
ο Ιησούς· “σηκώστε τον λίθον αυτόν”. Του λέγει η αδελφή του νεκρού, η Μάρθα·
“Κύριε, μυρίζει πλέον, διότι είναι τέσσαρες ημέρες αποθαμένος”.
Ιω. 11,40 Λέγει
αὐτῇ ὁ Ἰησοῦς· οὐκ εἶπόν σοι ὅτι ἐὰν πιστεύσῃς, ὄψει τὴν δόξαν τοῦ Θεοῦ;
Ιω. 11,40
Της λέγει ο Ιησούς· “δεν σου είπα ότι εάν πιστεύσης, θα ίδης την δόξαν και το
μεγαλείον του Θεού, όπως αυτά φαίνονται εις τα μεγάλα θαύματα που κάνω;”
Ιω. 11,41 ἦραν
οὖν τὸν λίθον οὗ ἦν ὁ τεθνηκὼς κείμενος. ὁ δὲ Ἰησοῦς ἦρε τοὺς ὀφθαλμοὺς ἄνω καὶ
εἶπε· πάτερ, εὐχαριστῶ σοι ὅτι ἤκουσάς μου.
Ιω. 11,41 Επήραν,
λοιπόν, τον λίθον από την είσοδον του σπηλαίου, όπου είχε τεθή ο πεθαμένος. Ο
δε Ιησούς εσήκωσε τα μάτια του επάνω και είπε· “Πατερ μου, σ' ευχαριστώ, διότι
με ήκουσες και θα γίνη και τούτο το θαύμα.
Ιω. 11,42 ἐγὼ
δὲ ᾔδειν ὅτι πάντοτέ μου ἀκούεις· ἀλλὰ διὰ τὸν ὄχλον τὸν περιεστῶτα εἶπον, ἵνα
πιστεύσωσιν ὅτι σύ με ἀπέστειλας.
Ιω. 11,42 Εγώ
εγνώριζα πολύ καλά ότι πάντοτε με ακούεις, αλλά είπα αυτό, δια να ακούση ο λαός
που στέκεται εδώ γύρω και να πιστέψουν ότι συ με έχεις στείλει”.
Ιω. 11,43 καὶ
ταῦτα εἰπὼν φωνῇ μεγάλῃ ἐκραύγασε· Λάζαρε, δεῦρο ἔξω.
Ιω. 11,43 Και
αφού είπεν αυτά εφώναξε με μεγάλην φωνήν· “Λάζαρε έβγα έξω”.
Ιω. 11,44 καὶ
ἐξῆλθεν ὁ τεθνηκὼς δεδεμένος τοὺς πόδας καὶ τὰς χεῖρας κειρίαις, καὶ ἡ ὄψις αὐτοῦ
σουδαρίῳ περιεδέδετο. λέγει αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· λύσατε αὐτὸν καὶ ἄφετε ὑπάγειν.
Ιω. 11,44 Και
αμέσως εβγήκεν ο πεθαμένος. Είχε δε τα πόδια και τα χέρια τυλιγμένα με λωρίδες
από σεντόνι και το πρόσωπον τυλιγμένο με ένα ειδός πετσέτας, όπως εσυνήθιζαν να
σαβανώνουν τότε οι Εβραίοι τους νεκρούς των. Λέγει εις αυτούς ο Ιησούς· “λύστε
τον και αφήστε τον μόνον, χωρίς κανείς να τον βοηθήση, δια να υπάγη στο σπίτι”.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σχόλια