ΑΛΙΚΟΣ ΟΥΡΑΝΟΣ ΕΛΛΑΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ

ΘΕΜΑΤΑ

15 Ιουλίου 2017

Τουρισμός και Μοναστήρια



Είναι σε όλους γνωστό ότι ένα από τα δεδομένα που χαρακτηρίζουν τις ανθρώπινες μετακινήσεις τις τελευταίες δεκαετίες είναι η θεαματική αύξηση του τουρισμού. Πλήθη ανθρώπων πλέον, από πλούσιες και μη χώρες μετακινούνται σε κάθε γωνιά της γης, είτε για αναψυχή, είτε για να επισκεφθούν μνημεία, μουσεία, φυσικές ομορφιές και γενικά κάθε αξιοθέατο το οποίο μπορεί να προσελκύσει το ανθρώπινο ενδιαφέρον.
 Είναι επίσης γνωστό ότι πολλά από τα Ορθόδοξα μοναστήρια, ίσως τα περισσότερα, μπορούν να προσελκύσουν τουρίστες, είτε για τον πλούτο των κειμηλίων τους, είτε για τον συνδυασμό που δημιουργούν αυτά μέσα στο φυσικό περιβάλλον που ευρίσκονται, είτε ίσως για κάτι άλλο, εν πάση περιπτώσει τα μοναστήρια δεν περνούν απαρατήρητα από τα μάτια των τουριστών.

 Αναρωτιέται κανείς, πώς τα Ορθόδοξα μοναστήρια έγιναν τόσο όμορφα. Λογική απάντηση δεν υπάρχει. Θα μπορούσε απλά κανείς να πει ότι η ομορφιά αυτή αποτελεί ένα από τα ζωντανά θαύματα.
 Ο Θεός, η πηγή των τεχνών, των επιστημών και της σοφίας, φρόντισε ιδιαίτερα τους χώρους όπου μένουν οι εκλεκτοί Του.

 Χωρίς αρχιτέκτονες και σχέδια, απλά με θεία φώτιση, οι κατασκευαστές μοναχοί δημιούργησαν καταπληκτικές συνθέσεις, υπερβαίνοντας τους εαυτούς τους και τις δυνάμεις τους.
 Φτιάχτηκαν πανέμορφα κτίρια, μνημεία αρχιτεκτονικής, τα οποία και ταίριασαν υπέροχα στο φυσικό τους περιβάλλον, αγιογραφήθηκαν εξαιρετικές εικόνες, φιλοτεχνήθηκαν κειμήλια, πραγματικά κομψοτεχνήματα, στολίστηκαν χώροι, όλα με κόπο, υπομονή, μεράκι και προσευχή. Και το αποτέλεσμα: κάτι το υπερφυσικό, κάτι το επουράνιο. Κάτι που καθρεφτίζει την ψυχή αυτών που τα έφτιαξαν, την αγγελική μοναχική ψυχή, που ενώ πατά στη γη, ζει από τώρα τον Παράδεισο.

 Είναι φυσικό τα έργα αυτά πού έγιναν με τη χάρη του Θεού να προκαλούν θαυμασμό. Ποια όμως είναι η αποστολή τους, να προσελκύουν τα πλήθη των τουριστών; Η χάρη του Θεού στόλισε τα μοναστήρια και τα ασκηταριά για να γίνουν τουριστικά αξιοθέατα ή για να παρηγορούν τους μοναχούς και τους ερημίτες στη μοναξιά τους; Μάλλον το δεύτερο. Η ομορφιά των Ορθοδόξων μοναστηριών, αυτή η δωρεά του Θεού που δόθηκε σ' αυτούς που άφησαν τα πάντα και Τον ακολούθησαν, δεν είναι μόνο ένα δείγμα της ευαρέσκειάς Του για τη μοναχική ζωή, είναι και μία ένδειξη ότι οι χώροι αυτοί πρέπει να παραμείνουν όπως ξεκίνησαν, αναχωρητικοί, ησυχαστικοί, μοναχικοί, μακριά από τον θόρυβο και τον κόσμο.
 Είναι λίγοι αυτοί που κόβουν ένα τριαντάφυλλο για να το μυρίσουν. Δυστυχώς όμως είναι πολύ περισσότεροι αυτοί που θέλουν να καταστρέψουν τη γαλήνη της ερήμου για να την δείξουν. Είναι κρίμα. Η ομορφιά της ερήμου υπάρχει στη σιωπή της....

Η διείσδυση τον τουρισμού στα μοναστήρια και η επιχειρηματολογία της
Δεκαοκτώ αιώνες κυλά συνεχώς η ζωή στα μοναστήρια, όσους και έχει ιστορία ο μοναχισμός. Και αυτή η συνεχής ζωή της ερήμου βρίσκει σήμερα μπροστά της έναν νέο εχθρό, αυτόν που φέρει το όνομα «τουριστική αξιοποίηση των μοναστηριών». Γράψαμε παραπάνω ότι είναι αντιδεοντολογικό να φέρουμε το θόρυβο σ' αυτούς που έφυγαν απ' αυτόν. Και όμως, κάποιοι απ' αυτούς (δηλ. τους μοναχούς) τελικά συνεργούν σ' αυτό. Καλό θα ήταν να μεταφέραμε την έρημο στον κόσμο, δυστυχώς όμως κάποιοι θέλουν να φέρουν τον κόσμο στην έρημο....

 Η επιχειρηματολογία των θιασωτών αυτών (μοναχών δυστυχώς) της υποβαθμίσεως που λέγεται «τουριστική αξιοποίηση», είναι περίπου η έξης:
 «Είναι πια καιρός να εκσυγχρονισθούμε, να επισκευάσουμε τα κτίριά μας, να κτίσουμε νέες πτέρυγες, να μεγαλώσουμε τα κελιά μας, να βελτιώσουμε τον εξοπλισμό μας, να αναβαθμίσουμε τη ζωή μας γενικά».

 «Ας δώσουμε επιτέλους τη συγκατάθεση να έρθουν στο μοναστήρι και κάποιοι τουρίστες, να προβληθεί διεθνώς ο μοναχισμός και η Ορθοδοξία, να έρθουν στο ταμείο και κάποια έσοδα, χωρίς κόπο, χωρίς εργόχειρα και κήπους, χωρίς να χρειάζεται να περιμένουμε πλέον τις εισφορές των δωρητών και τα λοιπά έσοδα από τα σαρανταλείτουργα, τα μνημόσυνα και τις παρακλήσεις».
 «Ο τουρισμός θα λύσει τα προβλήματά μας και ποιος ξέρει, ίσως και κάποιοι από τους τουρίστες φωτισθούν».

 «Δεν χρειάζεται σχεδόν τίποτε, όλα είναι έτοιμα, ίσως λίγες ακόμη τουαλέτες, ίσως ένα fax ή μία σύνδεση με internet και όταν ο ηγούμενος και η γεροντεία της μονής δώσουν την απαραίτητη συγκατάθεση, όλα θα γίνουν τέλεια».
 Και για όσους έχουν επιφυλάξεις υπάρχουν οι καλοντυμένοι τουριστικοί μάνατζερ με τα πολλά χαμόγελα, οι οποίοι διαβεβαιώνουν τον καθένα για ότι θέλει να ακούσει και υπόσχονται ότι θα σεβασθούν τους μοναστηριακούς χώρους και τους κανόνες τους σαν «κόρη οφθαλμού».

 Και έτσι υφαίνεται ο ιστός αυτός της αράχνης, που αρχίζει με κάποιους φοβισμένους στην αρχή ξεναγούς που συνοδεύουν ντροπαλούς τουρίστες, οι οποίοι δειλά -δειλά αρχίζουν να επισκέπτονται τα μοναστήρια. Με την πάροδο του χρόνου τα μοναστήρια συμπεριλαμβάνονται πλέον στα εκδρομικά προγράμματα, οι φωτογραφίες τους βρίσκονται ήδη στα διαφημιστικά φυλλάδια των τουριστικών πρακτορείων και ταυτόχρονα αρχίζουν να εμφανίζονται και κάποιοι επαγγελματίες πέρα από τους τουριστικούς πράκτορες και ξεναγούς, οι οποίοι ζουν και αυτοί από όλη αυτή τη διαδικασία που ονομάζεται «τουριστική αξιοποίηση των μοναστηριών».
 Αυτοί συνήθως είναι εστιάτορες, ιδιοκτήτες καταστημάτων τουριστικών ειδών, μικροπωλητές, ταξιτζήδες, αγωγιάτες ή βαρκάρηδες, ξενοδόχοι, ενοικιαστές δωματίων και λοιποί. Και χωρίς καλά - καλά να το καταλάβουν, οι μοναχοί βρίσκονται περικυκλωμένοι, πέρα από τους τουρίστες και τους ξεναγούς και από τα συμφέροντα αυτών των ανθρώπων, οι οποίοι ζουν πλέον από την μετατροπή των μοναστηριών σε τουριστικά αξιοθέατα και κάποια στιγμή αντιλαμβάνονται (οι μοναχοί) ότι δεν είναι και τόσο απλό να επανέλθουν τα πράγματα στην αρχική τους κατάσταση.

 Οι τουρίστες δε, με την πάροδο του χρόνου αρχίζουν να κάνουν θόρυβο, είναι μερικές φορές θρασείς ή ασεβείς κατά περίπτωση, κάνουν ανόητες ή ειρωνικές ερωτήσεις, αφήνουν υπονοούμενα και στην ουσία ούτε λαμβάνουν τίποτε ούτε προσφέρουν.
 Όταν δε οι μοναχοί προσπαθήσουν να τους βάλουν σε τάξη, τότε συνειδητοποιούν ότι η αιτία του κακού βρίσκεται δυστυχώς στους τουριστικούς μάνατζερ και τους ξεναγούς, οι οποίοι πολλές φορές είναι πολύ χειρότεροι από τους τουρίστες.

 Όσον αφορά δε τα έσοδα, αυτά όλως παραδόξως, είναι λιγότερα από αυτά που προσέφεραν πριν οι πατροπαράδοτοι προσκυνητές.
 Θα ήταν σωστό τη στιγμή που οι υπεύθυνοι των μοναστηριών καταλάβαιναν ότι άλλα περίμεναν και άλλα τελικά βρήκαν, να κάνουν μία στροφή 180 μοιρών και να επαναφέρουν τα πράγματα στην πρότερή τους κατάσταση, αν και αυτό δεν είναι πλέον απλό. Αν δε οι τουριστικοί αυτοί μάνατζερ είχαν κατορθώσει να τους αποσπάσουν και κάποιες υπογραφές σε συμβόλαια ή συμφωνητικά, η όλη απεμπλοκή είναι σαφώς δυσκολότερη.

 Υπάρχουν επίσης και τα «διαπλεκόμενα» συμφέροντα των επαγγελματιών που περιστοιχίζουν πλέον τα μοναστήρια, οι οποίοι θα μείνουν χωρίς δουλειά από τη στιγμή που οι μονές «απεμπλακούν» από τα «πλοκάμια» του τουρισμού. Καλό θα ήταν να μην είχε γίνει αρχή, αλλά όπως η θεραπεία ενός ασθενούς είναι καλύτερη από την εγκατάλειψή του, έτσι και η ανακοπή αυτής της καταστροφικής πορείας των μοναστηριών είναι καλύτερη από την άνευ όρων παράδοσή τους στα συμφέροντα των τουριστικών επιχειρηματιών.

Ένα θέμα που τίθεται: η χρήση εισιτηρίου
 Και όμως, σε πολλές περιπτώσεις ο κατήφορος συνεχίζεται. Γράφτηκε προηγουμένως ότι τα έσοδα από τους τουρίστες είναι τελικά λιγότερα από αυτά που προσέφεραν πριν οι προσκυνητές, παρά το γεγονός ότι η αύξηση των εσόδων θεωρείτο αυτονόητη.

 Όντως, οι τουρίστες μη έχοντας «συνηθίσει» τα παγκάρια και τα κεριά, δεν προσφέρουν (από οικονομικής πλευράς) σχεδόν τίποτε, ή αν προσφέρουν κάτι αυτό είναι ελάχιστο. Επειδή όμως δεν θα είχαν αντίρρηση να πληρώσουν είσοδο (αν υπήρχε), κάποια στιγμή τίθεται και το θέμα της καθιερώσεως εισιτηρίου.
 Υπάρχει και γι’ αυτό επιχειρηματολογία:

 «Τα έσοδα πλέον θα είναι εξασφαλισμένα». «Αυτοί που πληρώνουν εισιτήριο είναι συνήθως σοβαροί και ευγενείς άνθρωποι, οι οποίοι σέβονται τον χώρο που επισκέπτονται και ουδέποτε δημιουργούν προβλήματα» και άλλα παρόμοια. Και όμως, «Έσται η εσχάτη πλάνη χείρων της πρώτης». Η καθιέρωση εισιτηρίου δεν είναι παρά η χαριστική βολή στα μοναστήρια που νοσούν από την ασθένεια του τουρισμού. Απλώς τα αποτελέσματα χρειάζονται λίγες δεκαετίες για να φανούν.
 Το θέμα της καθιερώσεως του εισιτηρίου δεν είναι καθόλου απλό. Πριν αποφασίσει κανείς την θέσπισή του, πρέπει να σκεφτεί τα έξης:

 Κατ' αρχάς η καθιέρωση εισιτηρίου δημιουργεί υποχρεώσεις απέναντι στους επισκέπτες, πολλές από τις οποίες είναι και ξένες ως προς την ιδιότητα των μοναχών. Το μοναστήρι ανεξάρτητα από τις δυνατότητές του οφείλει να δέχεται πλέον σχεδόν τους πάντες, να είναι καθαρό, να διαθέτει κοινόχρηστους χώρους, να ανέχεται και να σέβεται πλέον τους επισκέπτες του οι οποίοι πληρώνουν και δικαιούνται να έχουν απαιτήσεις.
 Οι τουρίστες ως πελάτες πλέον δικαιούνται να υποβάλλουν αδιάκριτες, ακόμη και ειρωνικές ερωτήσεις, ή να ρωτούν τα πιο απίθανα πράγματα, όπως: Γιατί δεν γράφει στην πόρτα του ιερού της εκκλησίας «Απαγορεύεται η είσοδος», γιατί δεν υπάρχει καλάθι αχρήστων (στην εκκλησία) για να πετάξουν τα κουτιά από τα φίλμ, γιατί να απαγορεύεται να μπει κανείς στον ναό με καπέλο ή με το αναψυκτικό του, γιατί να απαγορεύεται να μπει κανείς με το σκυλί του στο μοναστήρι, ή αφού απαγορεύεται γιατί δεν υπάρχει μελετημένος χώρος έξω απ' αυτό για να αφήσει κανείς το ζώο του με ασφάλεια και γενικά ακούει ό,τι μπορεί κανείς να φανταστεί είτε αυτό είναι λογικό είτε παράλογο. Από μία πλευρά όμως δικαιολογούνται, απλά δεν ξέρουν ότι τα μοναστήρια και οι εκκλησίες είναι θρησκευτικοί και προσκυνηματικοί χώροι που φτιάχτηκαν αποκλειστικά για τους πιστούς τους, για τους οποίους τα πράγματα είναι αυτονόητα.

 Το πρόβλημα βέβαια που δημιουργεί το εισιτήριο δεν σταματά στις ανόητες ερωτήσεις που υποβάλλονται πλέον δικαιωματικά, αλλά η μετατροπή των φιλοξενουμένων σε πελάτες δημιουργεί μία γενικότερη υποβάθμιση του κλίματος της ιερότητος του μοναστηριακού χώρου.
 Οι επισκέπτες πλέον απαιτούν αυτοί σεβασμό ή τουλάχιστον ανοχή και τελικά αποδεικνύεται ότι η καθιέρωση εισιτηρίου αντί να καλυτερεύσει, χειροτερεύει τα πράγματα. Η προτέρα σχέση κατά την οποία οι μοναχοί εδέχοντο τους επισκέπτες τους με το πνεύμα βέβαια της φιλοξενίας και της αγάπης, αλλά και ως νοικοκυραίοι του χώρου τους αντιστρέφεται και το μοναστήρι οφείλει πλέον να δέχεται σχεδόν τον καθένα, ανεξάρτητα αν θέλει και αν μπορεί.

 Το θέμα πρέπει να εξεταστεί και δεοντολογικά. Οι μοναστηριακοί χώροι ως προς την κανονική τους αποστολή, είναι χώροι που μπορούν να δέχονται προσκυνητές. Αυτοί δε είναι που με τις εισφορές τους προσέφεραν (και προσφέρουν) τα μέσα για να κτισθούν και να συντηρούνται τα μοναστήρια. Είναι σωστό να πληρώνουν εισιτήριο οι κτήτορες; Μήπως επίσης είναι σωστό να πληρώνει κανείς για να προσευχηθεί ή για να προσκυνήσει; Υπάρχουν ακόμη και αυτοί που δεν έχουν, δεν δικαιούνται να προσκυνήσουν; Υπάρχει τέλος και η παράδοση που θέλει τις εκκλησίες να συντηρούνται από τους πιστούς τους με εισφορές σαφώς προαιρετικές, αυτή θα καταργηθεί;
 Μήπως επίσης είναι εύκολο για τους μοναχούς, αν υπάρχουν ταυτόχρονα προσκυνητές και τουρίστες, να επιτρέπουν στους προσκυνητές να εισέρχονται δωρεάν, ζητώντας μόνο από τους τουρίστες εισιτήριο; Και αν οι τουρίστες πληρώνουν εισιτήριο, είναι δυνατόν να δίδεται προτεραιότητα εισόδου στους προσκυνητές; Πρέπει επίσης να λεχθεί και το εξής: Αναπόφευκτα κάποια στιγμή η πολιτεία ή άλλοι τουριστικοί οργανισμοί να θέσουν ένα αμείλικτο ερώτημα:

 «Ποιοι είσαστε εσείς οι μοναχοί που εκμεταλλεύεσθε αυτά τα πανέμορφα μέρη;» Η πρόχειρη απάντηση που κάποιοι θα δώσουν ότι: «Εμείς (οι μοναχοί) που βρισκόμαστε σήμερα στα μοναστήρια είμαστε οι διάδοχοι αυτών που τα έκτισαν», δεν θα είναι και τόσο πειστική, γιατί αυτόματα μετά το πρώτο ερώτημα θα τεθεί και ένα δεύτερο: «Τι σχέση έχετε εσείς μ' αυτούς;» (δηλαδή αυτοί που τα έκτισαν είχαν βάλει εισιτήριο όπως εσείς;)
 Δεν σημαίνει βέβαια ότι η μετατροπή αυτή των μοναστηριών σε τουριστικά αξιοθέατα με εισιτήριο ή μη, συνεπάγεται και την άμεση απώλειά τους.

 Η απώλεια θα γίνει έμμεσα, απλά η καθιέρωση εισιτηρίου παραδίδει και τυπικά τα μοναστήρια στους επισκέπτες τους και ανοίγει περισσότερο την όρεξη σε δημόσιους ή ιδιωτικούς τουριστικούς οργανισμούς να τα κατασπαράξουν. Σε Ορθόδοξα όμως μοναστήρια που βρίσκονται εκτός Ελλάδος, η καθιέρωση εισιτηρίου μπορεί να προκαλέσει ακόμη και την άμεση κρατικοποίησή τους (και φυσικά την απώλειά τους).

Οι καταστροφικές συνέπειες της ολοκληρωτικής μετατροπής των μοναστηριών σε τουριστικά αξιοθέατα
 Ανεξάρτητα από την ύπαρξη ή μη εισιτηρίου (το οποίο όπως γράψαμε προσθέτει προβλήματα), από τη στιγμή που ένα μοναστήρι κατακλύζεται από τουρίστες χάνει σιγά - σιγά την ταυτότητά του.

 Σύντομα ο χώρος θυμίζει οτιδήποτε άλλο παρά μοναστήρι, η πνευματικότητα χάνεται και οι μοναχοί γίνονται όλο και πιο χαλαροί στον αγώνα τους, σε σημείο να διερωτάται κανείς γιατί εγκατέλειψαν τον κόσμο....Όσοι δε θα προσπαθήσουν τότε να περισώσουν ότι μπορούν, θα φαίνονται προς τα έξω σαν «οπισθοδρομικοί φανατικοί» που εμποδίζουν την «τουριστική ανάπτυξη».
 Δεν θα είναι βέβαια και τόσο εύκολο τότε, για τους παλαιούς μοναχούς που εγκαταβιώνουν σε μοναστήρια τα οποία σιγά - σιγά μετατρέπονται σε τουριστικά αξιοθέατα να τα εγκαταλείψουν, μη συμφωνώντας σε όλη αυτή την μετατροπή. Αυτό όμως που σίγουρα θα συμβεί, είναι ότι δεν θα βρεθούν νέοι να τους αντικαταστήσουν, γιατί αυτοί που θα εγκαταλείπουν τότε τον κόσμο, θα κατευθύνονται πλέον σε άλλους χώρους με περισσότερη πνευματικότητα και λιγότερο θόρυβο.

 Οπότε αυτό που δεν θα γίνει άμεσα θα γίνει έμμεσα, τα μοναστήρια δηλαδή που θα μετατραπούν σε τουριστικά αξιοθέατα μέσα σε λίγες δεκαετίες θα μείνουν χωρίς μοναχούς, μιας και κανείς πλέον δεν θα πηγαίνει να μονάσει σ' αυτά, έστω κι αν οι τουρίστες συνεχίσουν να τα επισκέπτονται και οι επαγγελματίες που τα περιστοιχίζουν και ζουν από τον τουρισμό παραμείνουν στις θέσεις τους. Το ερώτημα βέβαια δεν είναι αν αυτά (τα μοναστήρια δηλαδή), περάσουν τότε στα χέρια δημοσίων ή ιδιωτικών τουριστικών οργανισμών, ή αν θα νοικιαστούν από ιδιώτες, ή αν θα συνεχίσουν τέλος να υφίστανται, τυπικά μόνο σαν μοναστήρια (με έναν ή δύο μοναχούς), στην υπηρεσία όμως του τουρισμού.
 Το ερώτημα θα είναι, γιατί οι μοναχοί δεν σταμάτησαν, όταν μπορούσαν, αυτή την καταστροφή; Γενικά, οι μοναχοί που θέλουν να φέρουν τους τουρίστες στα μοναστήρια τους μοιάζουν με τους ξυλοκόπους που πριονίζουν ένα κλαδί, καθήμενοι όμως πάνω σ' αυτό, και πρόκειται φυσικά να γκρεμιστούν μαζί με αυτό, όταν τελικά το κόψουν....

Πρέπει να δέχονται τουρίστες τα μοναστήρια;
 Ίσως αυτά που γράφτηκαν μέχρι τώρα να φαίνονται υπερβολικά, δεν είναι όμως. Απλά περιγράφεται η ολοκληρωτική καταστροφή που συντελείται στα μοναστήρια όταν αυτά παραδίδονται άνευ όρων στα σχέδια των επιχειρηματιών του τουρισμού, οι οποίοι μετατρέποντάς τα σε τουριστικά αξιοθέατα, τα οδηγούν τελικά σε καταστροφή.

 Αυτό που συνήθως συμβαίνει στην πράξη είναι να βλέπει κανείς μερικούς μοναχούς να επιδιώκουν, ή τουλάχιστον να μην αποθαρρύνουν την προσέλευση και κάποιων τουριστών, υποτιμώντας τις αρνητικές συνέπειες αυτής της επιλογής. Σίγουρα, η μερική μετατροπή των μοναστηριών σε τουριστικά αξιοθέατα δεν συνεπάγεται και την ερήμωσή τους, αλλά αυτό το οποίο επίσης είναι σίγουρο, είναι ότι αυτή η μετατροπή δεν θα τα ωφελήσει σε τίποτε, αντίθετα θα τα βλάψει, έστω και αν η βλάβη αυτή δεν σημαίνει και την καταστροφή τους.
 Δηλαδή, δεν θα πρέπει να δέχονται τουρίστες τα μοναστήρια; Το θέμα τίθεται ως εξής: Σχεδόν όλα τα μοναστήρια, σε κάποιο βαθμό δέχονται προσκυνητές. Αν παρεμπιπτόντως έλθουν και κάποιοι τουρίστες, εφ' όσον δεν αλλοιώνουν το όλο μοναστηριακό κλίμα και ο αριθμός τους είναι σχετικά μικρός, ούτως ώστε να μην δυσκολεύουν την λειτουργία των μοναστηριών, τα μοναστήρια μπορούν να τους δεχθούν.

 Εδώ όμως χρειάζεται προσοχή. Κάθε μοναστήρι έχει μία συγκεκριμένη δυναμικότητα να δεχθεί επισκέπτες. Και αυτή η δυναμικότητα υπάρχει για να δέχεται ως επί το πλείστον προσκυνητές, ή έστω και λίγους τουρίστες, στους οποίους όμως υπάρχει και κάποια προοπτική ιεραποστολής.
 Το να δέχεται όμως άσχετους ανθρώπους οι οποίοι δεν λαμβάνουν τίποτε το πνευματικό και δυσκολεύουν ταυτόχρονα τη ζωή του μοναστηριού και τους μοναχούς, είναι ζημιά για το μοναστήρι. Δεν υπάρχουν τα μοναστήρια για τον τουρισμό. Αν δε ο αριθμός των ασχέτων αυτών επισκεπτών απορροφά όλη την δυναμικότητα υποδοχής του μοναστηρίου σε κόσμο, τότε, πέρα από την εκ των έσω καταστροφή του όλου μοναστηριακού κλίματος, δυσχεραίνεται και η είσοδος στο μοναστήρι των πραγματικών προσκυνητών, καθώς και κάποιων σοβαρών τουριστών, οι οποίοι έχουν ένα ειλικρινές ενδιαφέρον να γνωρίσουν κάποια πράγματα για την Ορθοδοξία.

 Δεν γράφονται αυτές οι γραμμές για να απαντήσουν στο ερώτημα αν τα μοναστήρια πρέπει ή δεν πρέπει να έχουν ιεραποστολικό χαρακτήρα, ή αν πρέπει να λειτουργούν και ως προσκυνήματα.
 Υπάρχουν πολλοί τρόποι για να υπηρετηθεί ο αμπελώνας του Κυρίου μας από τους μοναχούς, φτάνει όμως ό,τι γίνεται να γίνεται με διάκριση.

 Σήμερα, σχεδόν όλα τα Ορθόδοξα μοναστήρια είναι ανοιχτά και δέχονται στο βαθμό που μπορούν αυτούς που τα επισκέπτονται, είτε γιατί είναι προσκυνήματα, είτε γιατί ο χαρακτήρας τους περιλαμβάνει και την ιεραποστολή.
 Είναι γνωστή η πνευματική ωφέλεια που συντελείται ένεκα της υπάρξεως των μοναστηριών. Είναι επίσης γνωστό πόσοι εξ αιτίας μιας επισκέψεως σε κάποιο μοναστήρι εξομολογήθηκαν, βαπτίστηκαν (αν δεν ήσαν Ορθόδοξοι) και γενικά πόσοι οδηγήθηκαν και οδηγούνται στην σωτηρία τους μέσω των μοναστηριών.

 Αυτό ακριβώς το έργο σταματά με το να κατακλύζονται τα μοναστήρια από άσχετους ανθρώπους (αυτούς που τα θεωρούν αξιοθέατα), οι οποίοι, όχι μόνο δεν λαμβάνουν τίποτε, αλλά εμποδίζουν και την επίσκεψη αυτών που πραγματικά «στέλνει ο Θεός». Θα μπορούσε να λεχθεί ότι: «ο τουρισμός κλέβει την δυναμικότητα ιεραποστολής των μοναστηριών». Και είναι θλιβερό το γεγονός ότι στις περισσότερες περιπτώσεις αυτούς τους άσχετους επισκέπτες που με την παρουσία τους δυσχεραίνουν το ιεραποστολικό έργο των μοναστηριών, τους ελκύουν κάποιοι μοναχοί.
 Αυτό βέβαια δεν συμβαίνει με τους συνειδητοποιημένους μοναχούς, οι οποίοι ουδέποτε ενθαρρύνουν την προσέλευση τουριστών ή επισκεπτών στα μοναστήρια, εφόσον δεν υπάρχει κάποια ιεραποστολική προοπτική, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι και τους απαγορεύουν τελείως την είσοδο.

 Διαβάζει κανείς στον Ευεργετινό ότι αν κάποιος μπει σ' ένα αρωματοπωλείο, κι αν ακόμα δεν αγοράσει κάτι, θα βγει αρωματισμένος. Έτσι γίνεται και μ' αυτόν που επισκέπτεται τους πνευματικούς πατέρες. Λαμβάνει ωφέλεια από την επίσκεψή του αυτή. (Ευεργ. τόμ. Α' κεφ. ΙΗ' § 14). Το ίδιο φυσικά συμβαίνει και με τα πνευματικά μοναστήρια. Αυτός που τα επισκέπτεται, θέλει - δεν θέλει, θα πάρει λίγο (πνευματικό) άρωμα. Αυτό είναι αλήθεια. Αν όμως σ' ένα αρωματοπωλείο μπει ένα κοπάδι πρόβατα, τότε τι θα γίνει;
 Η απάντηση είναι απλή: Θα μυρίσει το αρωματοπωλείο....

Είναι η υποδοχή των τουριστών ιεραποστολή;
 Γράψαμε και προηγουμένως ότι υπάρχει δυστυχώς και μία μερίδα από κάποιους μοναχούς, οι οποίοι ενθαρρύνουν την προσέλευση (στα μοναστήρια φυσικά) των τουριστών, καθώς και των επισκεπτών που θεωρούν τους μοναστηριακούς χώρους αξιοθέατα. Αυτή μάλιστα την προσέλευση των τουριστών και των ασχέτων επισκεπτών (η οποία μόνο προβλήματα δημιουργεί), την βαφτίζουν «ιεραποστολή». Χρησιμοποιούν δε και γραφικά χωρία για να στηρίξουν τη γνώμη τους, όπως τη ρήση του Κυρίου μας: «Τον ερχόμενον προς με ου μη εκβάλω έξω» (Ιωάν. ΣΤ' 37) καθώς και άλλα.
 Και όμως, κατά κανόνα, η Χριστιανική διδασκαλία απευθύνεται σ' αυτούς που την αναζητούν, βρίσκει δε ανταπόκριση μόνον, εφ' όσον υπάρχει ενδιαφέρον και καλή προαίρεση. Όταν ο Κύριός μας μιλούσε στην Καπερναούμ, στο σπίτι όπου εθεράπευσε τον παραλυτικό, σύμφωνα με το Ευαγγέλιο: «ευθέως συνήχθησαν πολλοί» (Μάρκ. Β' 2). «Συνήχθησαν» σημαίνει μαζεύτηκαν, δηλαδή αυτοί που πήγαν εκεί, πήγαν με δική τους πρωτοβουλία.

 Επίσης, όταν ο Απόστολος Παύλος ευρίσκετο επί διετία στη Ρώμη «απεδέχετο πάντας τους εισπορευομένους προς αυτόν» (Πράξ. ΚΗ' 30), εδέχετο δηλαδή όλους εκείνους που τον επεσκέπτοντο, αυτοί όμως που τον επεσκέπτοντο, «οι εισπορευόμενοι», τον αναζητούσαν προφανώς οι ίδιοι και τον συναντούσαν επειδή οι ίδιοι το ήθελαν. Τον αναζητούσαν δηλαδή αυτοί, δεν τους αναζητούσε. Βλέπουμε δηλαδή και στα παραπάνω χωρία, αλλά και όπου αλλού ανατρέξουμε, ότι στην Ευαγγελική διδασκαλία τίποτε δεν γίνεται χωρίς την διάθεση και την συμμετοχή του ακροατή.
 Και όμως, κάποιοι αναζητούν τουρίστες τους οποίους ελκύουν στα μοναστήρια τους, δήθεν για να τους κηρύξουν την Ορθοδοξία (τουλάχιστον έτσι λένε), χωρίς όμως να τους απασχολεί αν αυτοί (οι τουρίστες) έχουν την παραμικρή διάθεση γι’ αυτό....

 Δηλαδή, δεν πρέπει να γίνεται ιεραποστολή σε ανθρώπους που βρίσκονται μακριά από το Θεό;
 Εφ' όσον οι ίδιοι δεν ενδιαφέρονται, μάλλον όχι.

 Ο Κύριός μας στην επί του Όρους ομιλία Του είναι σαφής: «Μη δότε το άγιον τοις κυσί μηδέ βάλητε τους μαργαρίτας υμών, έμπροσθεν των χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αυτούς εν τοις ποσίν αυτών και στραφέντες ρήξωσιν υμάς» (Ματθ. Ζ', 6).
 Πολλά σχόλια δεν χρειάζονται. Με κύνες και χοίρους παρομοιάζονται και οι μακριά από το Θεό άνθρωποι, χωρίς διάθεση μετανοίας.

 Δηλαδή τα Άγια της πίστεώς μας και τα πολύτιμα μαργαριτάρια της Χριστιανικής διδασκαλίας, δεν πρέπει να δίδονται σε ανθρώπους μακριά από το Θεό, όταν αυτοί δεν έχουν το απαραίτητο ενδιαφέρον και την απαιτούμενη καλή προαίρεση, όχι μόνο επειδή θα τα καταπατήσουν, αλλά και γιατί στο τέλος θα στραφούν εναντίον αυτών που κάνουν αυτή την χωρίς διάκριση ιεραποστολή και θα τους βλάψουν.
 Το να χρησιμοποιούνται λοιπόν γραφικά χωρία για να δικαιολογηθεί η μετατροπή των μοναστηριών σε τουριστικά αξιοθέατα, με όλες τις καταστροφικές συνέπειες που ακολουθούν αυτή την μετατροπή και να βαφτίζεται ως «ιεραποστολή» η προσέλκυση στα μοναστήρια τουριστών χωρίς κανένα ενδιαφέρον για κάτι το πνευματικό και μάλιστα η προσέλκυση αυτή να γίνεται με μέσα, όπως διαφημιστικές καμπάνιες, γνωριμίες με πρακτορεία τουρισμού και άλλα, δεν είναι τίποτε άλλο παρά διαστρέβλωση του Ευαγγελικού νόμου.

Η έννοια των λέξεων μοναχός και μοναστήρι και η υποδοχή προσκυνητών και τουριστών
 Έχει ήδη γραφτεί ότι όλα τα μοναστήρια είναι ανοιχτά και δέχονται (στο βαθμό που μπορούν) αυτούς που τα επισκέπτονται, είτε επειδή είναι προσκυνήματα, είτε για λόγους ιεραποστολικούς. Παρ' όλο όμως το θόρυβο που δημιουργεί όλη αυτή η κίνηση των επισκεπτών στα μοναστήρια, σχεδόν κάθε μοναστηριακός χώρος σε σχέση με τον έξω κόσμο είναι μια μικρή όαση γαλήνης και ηρεμίας, ένας χώρος όπου αισθάνεται κανείς έστω και ελαφρά, κάτι από το άρωμα της ερήμου.

 Ίσως κάποιοι πιστεύουν ότι τα μοναστήρια μένουν ανοιχτά και δέχονται κοσμικούς γι’ αυτά που τους προσφέρουν. Υπάρχει βέβαια μία μικρή δόση αλήθειας σ' αυτό, ο πραγματικός όμως λόγος που κρατά ένα μοναστήρι ανοιχτό είναι η αγάπη των μοναχών για τους κοσμικούς, η διάθεση να τους βοηθήσουν στον αγώνα για τη σωτηρία τους έστω και με τις προσευχές τους και ίσως μία ενδόμυχη επιθυμία τους να μεταδώσουν κάτι απ' αυτά που βιώνουν. Άλλωστε, κάθε συνειδητοποιημένος μοναχός γνωρίζει ότι το μόνο που μπορεί να πάρει από τους κοσμικούς (δεν μιλάμε βέβαια για τα υλικά), είναι ο μισθός από μία πιθανή πνευματική ωφέλειά τους. Ίσως βέβαια εισπράξει και αυτός κάποιες προσευχές.
 Πέρα όμως από την υποδοχή κάποιων προσκυνητών ή επισκεπτών με μία προοπτική ιεραποστολής, κάτι που δεν είναι παρά μία εξαίρεση, κάτι σαν μία οικονομία (εφ' όσον δεν αλλοιώνεται το όλο μοναστηριακό κλίμα), η μετατροπή των μοναστηριών σε τουριστικά αξιοθέατα και η υποδοχή πλήθους επισκεπτών χωρίς κανένα ενδιαφέρον για κάτι το πνευματικό, δεν είναι πλέον εξαίρεση αλλά ισοπέδωση.

 Είναι μία ισοπέδωση, η οποία εκτός των άλλων προσκρούει και στην έννοια του μοναχού και του μοναστηριού.
 Αν προσπαθήσει κανείς να ετυμολογήσει τις λέξεις «μοναχός» και «μοναστήρι», θα ανατρέξει στο ρήμα μονάζω που σημαίνει ζω μόνος μου, απομονώνομαι. Και «μοναχοί» φυσικά είναι αυτοί που ζουν (τουλάχιστον σύμφωνα με την έννοια), απομονωμένοι από τον κόσμο, μόνοι τους ή σε ομάδες. Ο χώρος δε όπου ζουν οι «μοναχοί», αυτοί δηλαδή οι οποίοι υποτίθεται ότι ζουν απομονωμένοι από τον κόσμο, λέγεται «μοναστήρι».

 Τώρα τι σχέση μπορεί να έχει η έννοια του μονάχου και του μοναστηρίου με την υποδοχή του πλήθους αυτού των τουριστών, οι οποίοι θεωρούν τα μοναστήρια αξιοθέατα, την απάντηση ας την δώσει κανείς μόνος του. Πολλές φορές τα δύσκολα προβλήματα λύνονται με τον ορισμό: Στενή η πύλη και τεθλιμμένη η οδός.

«Στενή η πύλη και τεθλιμμένη η οδός» (Ματθ. Ζ', 14)
 Αρκετές φορές, όταν επισκέπτεται κανείς κάποια από τα Ορθόδοξα μοναστήρια, συναντά στη μετάβασή του αυτή κάποιες φυσικές δυσκολίες.

 Άλλοτε ο αμαξωτός δρόμος δεν φτάνει μέχρι το μοναστήρι, άλλοτε φτάνει αλλά είναι επικίνδυνος ή κατεστραμμένος, άλλοτε είναι στενός (και δεν μπορούν να περάσουν λ.χ. τα πούλμαν), άλλοτε συμβαίνει κάτι άλλο κ.λ.π. Κάτι το οποίο επίσης είναι αξιοπρόσεκτο, είναι ότι η μετάβαση στα μοναστήρια τα οποία διατηρούν κάποια πνευματικότητα σπάνια γίνεται χωρίς δυσκολία. Αναρωτιέται κανείς αν το γεγονός είναι σύμπτωση ή θεία οικονομία. Και φυσικά τίθεται το ερώτημα αν πρέπει οι δυσκολίες αυτές να απαλειφθούν.
 Γράφτηκε σε προηγούμενο κεφάλαιο ότι το κάθε μοναστήρι έχει μία συγκεκριμένη δυναμικότητα υποδοχής επισκεπτών. Και αυτή η δυναμικότητα βέβαια υπάρχει για την υποδοχή προσκυνητών ή έστω επισκεπτών με μία ιεραποστολική προοπτική, εφ' όσον το μοναστήρι είναι προσκύνημα, ή ο χαρακτήρας του περιλαμβάνει και την ιεραποστολή.

 Δηλαδή το κάθε μοναστήρι πέρα από το γεγονός ότι πρέπει να κρατά μακριά του αυτούς οι οποίοι είναι εκτός του όλου μοναστηριακού κλίματος, οφείλει κατ' αρχάς να περιορίζει (όσο μπορεί) την προσέλευση των επισκεπτών οι οποίοι προσέρχονται χωρίς ιδιαίτερο λόγο, καταλαμβάνουν όμως το χώρο και απασχολούν άσκοπα τους διακονητές (έστω και αν δεν δημιουργούν κάποια ιδιαίτερα προβλήματα).
 Οφείλει επίσης, να κρατά τον αριθμό των προσκυνητών και των επισκεπτών (αυτών που ενδιαφέρονται όντως για κάτι πνευματικό), σε τέτοια επίπεδα, ούτως ώστε οι μοναχοί να είναι σε θέση να τους εξυπηρετούν. Και πάνω σ' αυτό το σοβαρότατο θέμα, δηλαδή το «πόσοι» και «ποιοι» θα είναι τελικά ευπρόσδεκτοι στο μοναστήρι, η λύση δίνεται πολλές φορές με έναν απλούστατο τρόπο, ο οποίος δεν είναι άλλος παρά η δυσκολία στη μετάβαση.

 Έτσι, χωρίς ιδιαίτερη προσπάθεια, αλλά και δίχως οι μοναχοί να γίνονται κακοί με τον κόσμο, μένουν μακριά από τα μοναστήρια οι ανεπιθύμητοι επισκέπτες, καθώς και οι υπεράριθμοι προσκυνητές. Η δυσκολία στη μετάβαση δηλαδή, δεν είναι τίποτε άλλο παρά το φυσικό «φίλτρο», το οποίο προστατεύει τελικά το κάθε μοναστήρι, από αυτούς τους οποίους αυτό δεν θέλει ή δεν μπορεί να δεχθεί.
 Όταν από μια μηχανή αφαιρέσουμε το φίλτρο, τότε τι συμβαίνει; Συνήθως πηγαίνουν άχρηστα πράγματα στον κινητήρα και η μηχανή παθαίνει βλάβη. Έτσι, αν από τα μοναστήρια αφαιρέσουμε το «φίλτρο», δηλαδή την δυσκολία στην μετάβαση, τότε τι πρόκειται να συμβεί; Και αυτά φυσικά (τα μοναστήρια δηλαδή) θα πάθουν .... «βλάβη».

 Μόνο που η «βλάβη» θα είναι πνευματική.... Δεν γράφονται βέβαια αυτές οι γραμμές, για να αποτρέψουν την επισκευή, ή διαπλάτυνση, ή έστω και προέκταση των δρόμων (ή των μονοπατιών) που οδηγούν στα μοναστήρια. Γράφονται απλώς γιατί πρέπει να επισημανθεί ότι η κάθε ενέργεια που αφορά την απάλειψη των δυσκολιών οι οποίες συναντώνται στη μετάβαση στα μοναστήρια, καθώς και η οποιαδήποτε μεταβολή του συγκοινωνιακού καθεστώτος εκάστου μοναστηριακού χώρου, πρέπει να γίνονται (στις περιπτώσεις φυσικά που αυτό κρίνεται σκόπιμο), με πολλή περίσκεψη.
Η τουριστική διείσδυση και οι σχέσεις με τους περιοίκους

 Εκτός των προηγουμένων, κάτι το οποίο θα πρέπει επίσης να γνωρίζουν οι μοναχοί πριν αρχίσουν να δέχονται έστω και δοκιμαστικά τους τουρίστες στους χώρους τους, είναι και το εξής: Σχεδόν όλα τα μοναστήρια απολαμβάνουν κάποιου σεβασμού στον τόπο όπου ευρίσκονται, είναι δηλαδή κάτι σαν τους «άρχοντες» της περιοχής τους.
 Οι περίοικοι πέρα από το γεγονός ότι τα σέβονται, προστατεύουν συνήθως τις περιουσίες τους και θέλουν να απολαμβάνουν της ευνοίας του κάθε ηγουμένου καθώς και των μοναχών. Πολλοί δε απ' αυτούς συνεργάζονται με διαφόρους τρόπους με τα μοναστήρια και κάποιοι ίσως εργάζονται και σ' αυτά.

 Όλα αυτά βέβαια συμβαίνουν πριν ο τουρισμός κάνει την εμφάνισή του. Από τη στιγμή που ένα μοναστήρι αρχίσει σιγά - σιγά να δέχεται τουρίστες και να μετατρέπεται σταδιακά σε τουριστικό αξιοθέατο, αφ' ενός κάποιοι από τους περιοίκους θα αρχίσουν να ασχολούνται με δραστηριότητες σχετικές με τους τουρίστες που επισκέπτονται το χώρο, αφ' ετέρου όλοι σχεδόν οι γείτονες του μοναστηριού θα αναζητούν και αυτοί τρόπους για να ωφεληθούν οικονομικά από την τουριστική «αναβάθμιση» της περιοχής τους.
 Το ενδιαφέρον των περιοίκων θα στραφεί τότε στους τουριστικούς επιχειρηματίες και τους ξεναγούς, οι οποίοι θα αποτελούν πλέον την νέα πηγή των εισοδημάτων γι’ αυτούς, αυτά δε τα οποία προηγουμένως κέρδιζαν όσοι εργάζοντο στο μοναστήρι ή έστω συνεργάζοντο με αυτό, θα θεωρούνται πενιχρά. Το μόνο που θα ενδιαφέρει πλέον τους περιοίκους θα είναι η μεγαλύτερη δυνατή οικονομική ωφέλειά τους και κανένα δεν θα απασχολεί το γεγονός ότι το μοναστήρι είναι ένας ιερός χώρος ησυχίας και προσευχής, ο οποίος έχει και αυτός τους κανόνες του.

 Όταν δε κάποια στιγμή, το μοναστήρι θα προσπαθήσει να βάλει και κάποιο φρένο στην τουριστική αυτή υποβάθμιση, προσπαθώντας να περισώσει ό,τι μπορεί από την ιερότητα του χώρου του, τότε οι περισσότεροι από τους περιοίκους θα στραφούν εναντίον του, γιατί θα θεωρηθεί εμπόδιο στην «αξιοποίηση» της περιοχής τους και αιτία για να θίγονται τα συμφέροντά τους.
 Ο ηγούμενος και οι λοιποί μοναχοί θα γίνουν τότε τουλάχιστον ανεπιθύμητοι αν όχι μισητοί στον τόπο όπου πριν ήσαν άρχοντες και οι γείτονες οι οποίοι προηγουμένως τους εσέβοντο και τους τιμούσαν θα γίνουν εχθροί τους και θα αρχίσουν πλέον να επιβουλεύονται όχι μόνο αυτούς αλλά και το μοναστήρι.

 Θα μπορούσαν φυσικά οι μοναχοί να αφήσουν το μοναστήρι να μετατραπεί ολοκληρωτικά σε τουριστικό αξιοθέατο και να οδηγηθεί στη σίγουρη διάλυσή του, για να μη θιγούν τα συμφέροντα των περιοίκων, αλλά αυτό δεν είναι λύση. Απλά πρέπει να γνωρίζουν καλά οι μοναχοί ότι μόνο αν κρατηθούν μακριά από τον τουρισμό, πέρα από το γεγονός ότι θα περισώσουν τα μοναστήρια τους, θα συνεχίσουν να απολαμβάνουν και του σεβασμού των γειτόνων τους.

Η τουριστική διείσδυση και η οικονομική πραγματικότητα
 Το κείμενο αυτό, αγαπητοί, γράφεται για να επισημάνει τις αρνητικές επιπτώσεις της διεισδύσεως του τουρισμού στα μοναστήρια, οπότε καλό θα είναι να μην μένουν αναπάντητα τα επιχειρήματα των θιασωτών της μετατροπής αυτής των μοναστηριακών χώρων σε τουριστικά αξιοθέατα, ούτε να δημιουργούνται ψευδαισθήσεις επί του θέματος, ειδικά πάνω σε ανύποπτους μοναχούς.

 Η πρώτη ψευδαίσθηση η οποία καλλιεργείται είναι ότι οι τουρίστες θα προσφέρουν περισσότερα από αυτά που προσφέρουν οι προσκυνητές, ενώ αυτό που συμβαίνει στην πραγματικότητα (όπως άλλωστε έχει ήδη γραφτεί στην αρχή), είναι εντελώς το αντίθετο. Οι τουρίστες δηλαδή προσφέρουν στα μοναστήρια ελάχιστα σε σχέση με τους προσκυνητές, παρά το γεγονός ότι η οικονομική τους κατάσταση θεωρητικά είναι καλύτερη, διότι πολλοί από τους τουρίστες δεν είναι ορθόδοξοι χριστιανοί.
 Όταν εισφέρει κανείς κάτι σ' ένα μοναστήρι, αισθάνεται ότι το προσφέρει στον Άγιο (ή την Αγία) του μοναστηριακού χώρου, από τον οποίο και ελπίζει να λάβει κάτι όπως: ευλογία, προστασία, επίλυση των προβλημάτων κ.λ.π. Συμβαίνει επίσης να δίδονται (από τους προσκυνητές βέβαια), χρηματικές εισφορές για μνημόνευση ονομάτων στην προσκομιδή, μνημόσυνα, παρακλήσεις, προσευχές κ.λ.π., πράγματα τα οποία σχετίζονται μόνον με τους Ορθοδόξους και ούτε καν αφορούν τους τουρίστες. Υπάρχει τέλος και το άναμμα του κεριού, το οποίο επίσης δεν αφορά τους τουρίστες.

 Γενικά, οι τουρίστες σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να εισφέρουν αυτά που προσφέρουν οι προσκυνητές. Απλώς κάποιοι απ' αυτούς αισθάνονται μία σχετική υποχρέωση για τη φιλοξενία (όταν υπάρχει), την οποία και ανταποδίδουν (όχι βέβαια πάντα) με κάποιες προαιρετικές χρηματικές εισφορές (Donations).... Όταν όμως τα μοναστήρια μετατραπούν σε αξιοθέατα, τότε ο αριθμός των τουριστών αυξάνεται υπερβολικά, οπότε αφ' ενός μεν η παραμονή των επισκεπτών αυτών στο μοναστήρι διαρκεί πολύ λίγο λόγω της μεγάλης πιέσεως που υπάρχει στο χρόνο, αφ' ετέρου, επειδή, η όλη παρουσία του πλήθους αυτού των τουριστών δυσκολεύει αρκετά τη ζωή των μοναχών, η υποδοχή γίνεται με μία σχετική δυσαρέσκεια (η οποία φυσικά δεν κρύβεται)...

Μία επισήμανση
 Επειδή αναφερόμαστε στα οικονομικά, θα ήταν παράλειψη αν δεν επισημάνουμε και το εξής: Στο παρελθόν οι μοναχοί συντηρούντο με εργόχειρα, κήπους, κτηνοτροφία, ενοικιοστάσια κ.λ.π., ενώ σήμερα η συντήρηση των μοναστηριών γίνεται πλέον από αυτά που προσφέρουν οι προσκυνητές, τα οποία συνήθως είναι αρκετά για την κάλυψη των βασικών τουλάχιστον αναγκών των μοναχών.

 Και τα έσοδα αυτά, πέρα από τον συνήθη οβολό του κεριού, είναι και οι χρηματικές εισφορές για μνημόνευση ονομάτων στην προσκομιδή, εισφορές για μνημόσυνα, για παρακλήσεις, ίσως και για προσωπικές προσευχές, οπότε τα ίδια τα έσοδα γίνονται αιτία να συντελούνται στο μοναστήρι λειτουργίες, άλλες ιεροτελεστίες, προσευχές κ.λ.π. Έτσι, οι χρηματικές αυτές εισφορές κάνουν τους μοναχούς να λειτουργούνται συχνότερα, να συμμετέχουν σε διάφορες ακολουθίες, να μνημονεύουν ονόματα, να προσεύχονται προσωπικά για τρίτους κ.λ.π., δηλαδή να δραστηριοποιούνται πάνω στην ιδιότητά τους και τελικά να ωφελούνται και οι ίδιοι πνευματικά.
 Αντίθετα, τα έσοδα που εισπράττονται από τα μοναστήρια, τα οποία σιγά - σιγά μετατρέπονται σε τουριστικά αξιοθέατα, γίνονται αιτία οι μοναχοί να συναναστρέφονται διαρκώς με τους τουρίστες, από τους οποίους ούτε λαμβάνουν τίποτε (πνευματικό), ούτε προσφέρουν. Η διαρκής όμως αυτή συναναστροφή κάνει τους μοναχούς να χάνουν σιγά - σιγά την ταυτότητά τους και σταδιακά να εκκοσμικεύονται. Δηλαδή, όταν τα μοναστήρια λειτουργούν και συντηρούνται με τον πατροπαράδοτο τρόπο, ακόμη και τα έσοδα ωθούν τους μοναχούς να προσεγγίζουν την ταυτότητα του αληθινού μοναχού, ενώ όταν αυτά λειτουργούν ως τουριστικά αξιοθέατα, τα ίδια τα έσοδα τους κάνουν κοσμικούς.

Η υποχρέωση απέναντι στους προαπελθόντες πατέρες
 Δεν θα είναι επίσης σωστό να παραλειφθεί και η αναφορά στην υποχρέωση της κάθε γενεάς μοναχών απέναντι στους προαπελθόντες πατέρες της μονής. Είναι σε όλους γνωστό ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία, πέρα από την φροντίδα για την σωτηρία των ζώντων, δεν αδιαφορεί και για την συμπαθή τάξη των κεκοιμημένων μελών της. Εκεί όμως όπου δίδεται ιδιαίτερη φροντίδα για τους κεκοιμημένους είναι τα μοναστήρια. Συγκεκριμένα, γι' αυτούς οι οποίοι κατά το παρελθόν υπηρέτησαν σ' αυτά, γίνονται από τους ζώντες αδελφούς της μονής ειδικά μνημόσυνα, τρισάγια, ατομικές προσευχές κ.λ.π., πέρα από την συνεχή μνημόνευση στην προσκομιδή.

 Δεν είναι της στιγμής να γραφεί τι προσφέρουν στις ψυχές των κεκοιμημένων η μνημόνευση στην προσκομιδή, τα μνημόσυνα, τα τρισάγια, οι προσευχές κ.λ.π., απλώς αυτό που θα πρέπει να λεχθεί είναι ότι οι μοναχοί, έστω και κεκοιμημένοι διατηρούν την ελπίδα, φτάνει να συνεχίζεται η μοναχική ζωή εκεί όπου υπηρέτησαν.
 Γράφτηκε προηγουμένως (και αναλύθηκε) ότι η μετατροπή των μοναστηριών σε τουριστικά αξιοθέατα γίνεται αιτία να μην προσέρχονται σ' αυτά νέοι μοναχοί, οπότε με την πάροδο των χρόνων στα μοναστήρια αυτά θα δημιουργηθεί φυσικά λειψανδρία και στη συνέχεια θα επέλθει η ερήμωσή τους.

 Εδώ απλώς θα πρέπει να επισημανθεί ότι καλό θα είναι οι μοναχοί, αυτοί βέβαια οι οποίοι είναι θιασώτες της μετατροπής των μοναστηριών σε τουριστικά αξιοθέατα, να αναλογισθούν ότι καταστρέφοντας τα μοναστήρια τους, πέρα από το γεγονός ότι αυτό δεν θα ευαρεστούσε τους προστάτες Αγίους της κάθε μονής (για να μην πούμε ότι θα προκαλούσε την οργή τους), θα γίνουν αιτία να σταματήσει προφανώς και κάθε μνημόνευση των προαπελθόντων πατέρων (της μονής), μιας και δεν θα υπάρχουν πλέον μοναχοί στο μοναστήρι.
 Αντίθετα, αυτοί οι οποίοι θα αγωνισθούν να διατηρηθεί η μοναχική ζωή στους χώρους τους, θα συνοδεύονται, εκτός από τη χάρη των Αγίων της μονής (μιας και θα συντελέσουν να παραμείνουν σε ζωή τα μοναστήρια που τους τιμούν), θα συνοδεύονται επίσης και με τις ευχές των προαπελθόντων κεκοιμημένων πατέρων που υπηρέτησαν στο μοναστήρι, γιατί θα γίνονται αιτία να συνεχίζεται η μνημόνευσή τους. Όταν δε και αυτοί (όσοι δηλαδή συνετέλεσαν στη διατήρηση της μοναχικής ζωής στους χώρους τους) απέλθουν από τη ζωή, θα λαμβάνουν με τη σειρά τους αυτά που προσέφεραν, δηλαδή ανάπαυση από τη μνημόνευση που θα κάνουν οι μεταγενέστεροι γι' αυτούς.

Η ευθύνη των μοναχών απέναντι στα μοναστήρια (Επίλογος)
 Θα νόμιζε κανείς σύμφωνα με τα γραφόμενα ότι ο μοναχισμός αντιτίθεται στην τουριστική ανάπτυξη. Κάθε άλλο. Απλώς δεν πρέπει στο βωμό αυτής της «αναπτύξεως» να καταστρέψουμε τα μοναστήρια. Αν θέλουμε να διατηρηθεί ο μοναχισμός στο μέλλον στους ίδιους χώρους όπου και σήμερα βιώνεται, θα πρέπει τα μοναστήρια να λειτουργήσουν ανεξάρτητα από τον τουρισμό. Υπάρχουν άλλωστε πολλά μέρη να δουν οι τουρίστες, ας αφήσουμε τα πράγματα στην κανονική τους τάξη, τα αξιοθέατα για τους τουρίστες και τα μοναστήρια για τους προσκυνητές.

 Αν πάλι θελήσουμε να προβληθεί ο Ορθόδοξος μοναχισμός και στους τουρίστες, θα μπορούσαν αφ’ ενός να επιλεγούν εγκαταλελειμμένα μοναστήρια τα οποία και να λειτουργήσουν ως μουσειακοί χώροι, αφ’ ετέρου να επιλεγούν και κάποια από τα έργα τέχνης τα οποία σήμερα βρίσκονται και κοσμούν τα μοναστήρια και να εκτεθούν (τα ίδια ή αντίγραφά τους) σε ειδικά μουσεία. Τελικά όμως, έστω και αν υπάρχουν λύσεις, ή τουριστική διείσδυση δεν πρόκειται να ανακοπεί εντελώς, οπότε η μετατροπή κάποιων μοναστηριών σε τουριστικά αξιοθέατα πρέπει να θεωρείται γεγονός.
 Ο μοναχισμός βέβαια δεν πρόκειται να εξαλειφθεί, απλώς (όπως άλλωστε ήδη γράφτηκε), τα μοναστήρια που θα μετατραπούν σε αξιοθέατα σιγά - σιγά θα ερημώνουν και αυτοί που θα θέλουν να αφιερωθούν (ως μοναχοί) στο Θεό, θα κατευθύνονται σε χώρους με περισσότερη ησυχία και χωρίς τουρίστες.... Γιατί όμως; Υπάρχει λόγος να σβήσει η μοναχική ζωή στους χώρους όπου εδώ και αιώνες ακμάζει και οι επόμενες γενιές μοναχών να οδηγηθούν σε άλλους;

 Υπάρχει λόγος να ερημώσουν τα πανέμορφα Ορθόδοξα μοναστήρια, έστω και αν κτισθούν αλλού άλλα, ή μήπως τα καινούρια θα γίνουν καλύτερα από τα παλιά; Κανένα έργο τέχνης δεν μπορεί κανείς να το αντικαταστήσει. Το περισσότερο που μπορεί να κάνει είναι να το διατηρήσει. Μπορεί επίσης και να το καταστρέψει ή να το εγκαταλείψει και να καταστραφεί από μόνο του.
 Τα περισσότερα από τα σημερινά μοναστήρια είναι κάτι παραπάνω από έργα τέχνης. Περιέχονται άλλωστε και πολλά έργα τέχνης σ' αυτά. Εκτός όμως από τα αντικείμενα τέχνης, τα ίδια τα μοναστήρια είναι μνημεία τέχνης. Έχουν σπάνια αρχιτεκτονική, υπάρχει στο κάθε τι μία αισθητική, έχουν ταιριάσει υπέροχα στο φυσικό περιβάλλον όπου ευρίσκονται και πολλά άλλα.

 Αυτό όμως που κάνει τα Ορθόδοξα μοναστήρια να ξεχωρίζουν και να υπερέχουν από κάθε άλλο αξιοθαύμαστο οικοδόμημα είναι η πλούσια χάρη που τα περιβάλλει. Είναι η ιδιαίτερη χάρη που περιβάλλει τόπους που προστατεύουν Άγιοι, τόπους όπου υπάρχουν Άγια λείψανα, θαυματουργές εικόνες, ιερά κειμήλια και συχνά τάφοι Αγίων.
 Είναι επίσης η χάρη που περιβάλλει τόπους όπου έζησαν και πέθαναν οσιακά δεκάδες ίσως και εκατοντάδες ανώνυμοι μοναχοί, οι οποίοι ευαρέστησαν το Θεό και ευλογούν και αυτοί φυσικά τον τόπο της αθλήσεώς τους. Είναι τέλος η χάρη που περιβάλλει τόπους όπου και σήμερα διαβιώνουν και αγωνίζονται κάποιοι μοναχοί με καθημερινές ακολουθίες, νηστείες, αγρυπνίες, καθημερινή διακονία, προσωπικές προσευχές κ.λ.π.

 Σε μερικά άλλωστε απ' αυτά έζησαν και επώνυμοι Άγιοι της Εκκλησίας μας, οπότε η ευλογία εκεί είναι μεγαλύτερη. Τα σημεία επίσης όπου κτίστηκαν δεν τα διάλεξαν άνθρωποι, αλλά στις περισσότερες περιπτώσεις η υπόδειξη ήταν Θεία. Αν ένα έργο τέχνης δεν μπορεί να αντικατασταθεί, είναι δυνατόν να αντικατασταθούν ή να μεταφερθούν τα μοναστήρια; Το μόνο που μπορεί να μεταφερθεί είναι οι μοναχοί, τα υπόλοιπα που υπάρχουν σ' αυτά θα μείνουν, θα εγκαταλειφθούν, θα χαθούν....
 Αν δε τα μοναστήρια περάσουν στα χέρια κάποιων δημοσίων (ή ιδιωτικών) τουριστικών οργανισμών ή ακόμη και ιδιωτών, αυτά που θα συμβούν με τα Άγια λείψανα και τα άλλα ιερά κειμήλια καλό θα είναι να μην τα γράψει κανείς....

 Το περισσότερο λοιπόν που μπορούν να κάνουν οι σημερινοί μοναχοί είναι να διατηρήσουν στη ζωή τους μοναστηριακούς χώρους που βιώνουν.
 Μπορούν επίσης να τους οδηγήσουν στην ερήμωση, οπότε να τους καταστρέψουν. Σε καμία όμως περίπτωση δεν θα μπορέσουν να φτιάξουν άλλους σαν αυτούς. Ας ελπίσουμε ότι η κάθε γενιά μοναχών θα αναλάβει τις ευθύνες της απέναντι στα μοναστήρια όπου εγκαταβιώνει, θα τα κρατήσει μακριά από τον τουρισμό και θα κάνει ό,τι μπορεί για να τα διατηρήσει στη ζωή, ούτως ώστε να συνεχίζεται και στο μέλλον η μοναχική ζωή στα πανέμορφα και ευλογημένα μέρη όπου και σήμερα βιώνεται.

Τέλος
Και τω Θεώ Δόξα.
Source: http://www.oodegr.com/oode/biblia/kritiki/monast_tourismos_1.htm

12 Ιουλίου 2017

Η αγάπη προς τους εχθρούς

 
 
ΠΗΓΗ: Όσιος Νίκων ο "Μετανοείτε" Τεύχος 149.
Κύριος ημών Ιησούς Χριστός πολύ καθαρά στο Ιερό Ευαγγέλιο μας λέγει «Αγαπάτε τους εχθρούς σας» (Ματθ. ε' 44).
Η έγκλιση που χρησιμοποιεί είναι προστακτική. Δεν λέγει μακάρι να αγαπάτε, ούτε αν θέλετε αγαπήστε τους εχθρούς σας. Μας λέγει αν δεν αγαπήσετε θα χάσετε τις ψυχές σας, αν αγαπήσετε θα τις σώσετε.
Για να αγαπήσουμε τους εχθρούς μας προϋπόθεση είναι να αγαπήσουμε λιγότερο τον εαυτό μας, για να μπορέσουμε με συμπόνοια και κατανόηση να ηρεμήσομε εσωτερικά μέσα μας βλέποντας ως μηδαμινά τα σφάλματα των ανθρώπων που μας στενοχώρησαν.
Ο ίδιος o Χριστός μας, μάς δίνει την απάντηση πάνω στο Σταυρό «Πάτερ άφες αυτοίς ου γαρ οίδασι τι ποιούσι (Λουκά κγ', 34).
Πράγματι, αδελφοί μου, o άνθρωπος ...  όταν εχθρεύεται τον συνάνθρωπό του, δεν ξέρει τι κάνει, είναι πολλές φορές εκτός εαυτού γιατί λειτουργεί το φοβερό πάθος του εγωϊσμού, της αυταρέσκειας, και έτσι σκοτίζεται το μυαλό του.
Ο Χριστός μάς λέγει: «Μακάριοί εστε όταν oνειδίσωσιν υμάς και διώξωσιν και είπωσιν παν πονηρόν ρήμα καθ' υμών ψευδόμενοι ένεκεν εμού» (Ματθ. ε', 11).
Ο άγιος Κλήμης, μάς λέγει πολύ χαρακτηριστικά «φιλάνθρωπος είναι εκείνος, που στους εχθρούς του συμπεριφέρθηκε με ημερότητα, και τους ευεργετεί. Η φιλανθρωπία αποτελείται από δύο μέρη το ένα είναι η ελεημοσύνη και το άλλο είναι η αγάπη προς τον πλησίον. Δια τον άνθρωπον πλησίον είναι o κάθε άνθρωπος. Διότι o άνθρωπος είναι και o καλός και o κακός. Και o εχθρός και o φίλος. Εκείνος λοιπόν που ασκεί την φιλανθρωπία πρέπει να γίνεται μιμητής του Θεού, o oποίος ευεργετεί και τους δικαίους και τους αδίκους διότι ένας Θεός υπάρχει εις τον κόσμον αυτόν, και Αυτός χορηγεί εις όλους και τον ήλιον και τας βροχάς Του. Αν θέλεις να ευεργετείς τους καλούς και να τιμωρείς τους κακούς, προσπαθείς να γίνεις κριτής».
Είναι ανάγκη λοιπόν εκείνος που θέλει να είναι καλός Χριστιανός, όπως είπε o Χριστός, και τους εχθρούς να αγαπά, ακόμη και να εύχεται υπέρ αυτών και να συγχωρεί εκείνους που τον ενοχλούν (Ματθ. ε', 44). Διότι έτσι θα αποβή πιστός τηρητής των εντολών και φεύγοντας από τον κόσμον αυτόν, θα του συγχωρεθούν όλα του τα αμαρτήματα, επειδή αγάπησε τον πλησίον και τους εχθρούς, όπως αγαπά τον εαυτό του.
Μέσα στο Γεροντικό αναφέρεται μία πολύ ωραία σύντομη ιστορία από την ζωή δύο ασκητών:
Κάποτε στα μέρη της Λιβύης ένας αδελφός πήγε στον γέροντα Σιλουανό να εξομολογηθή λέγοντάς του, «Γέροντα, έχω έναν εχθρόν, o oποίος μου έκαμε πολλά κακά και το χωράφι μου, όταν ακόμη ήμουν στον κόσμο, κατεπάτησε και πολλές φορές εσκέφθη να με ζημιώσει, τώρα τελευταία και δηλητηριαστάς έβαλε να με θανατώσουν. Θέλω λοιπόν να τον παραδώσω στον δικαστή να τον τιμωρήσει».
Ο άγιος Σιλουανός του λέγει: «παιδί μου ας κάνουμε την προσευχή μας να μας φωτίσει o Θεός». Αφού λοιπόν προσεύχονταν, όταν έφθασαν εις την φράση της προσευχής «και άφες ημίν τα oφειλήματα ημών» o Γέροντας είπε: «ΜΗ αφήσεις ημίν τα oφειλήματα ημών, ως ΟΥΔΕ ημείς αφίεμεν τοις oφειλέταις ημών».
Ο αδελφός λέγει:
- Όχι έτσι πάτερ.
- Ναι παιδί μου έτσι απάντησε o Γέρων αν πραγματικά θέλεις να πας στο δικαστή, δια να πραγματοποιήσεις εκδίκησιν, o Σιλουανός δεν σου κάνει άλλη ευχή.
Μετά από αυτό έβαλε μετάνοια o αδελφός και συνεχώρησε τον εχθρόν του.

Εκείνους που μας στεναχωρούν ή μας προσβάλλουν ή μας ζημιώνουν, πρέπει να τους θεωρούμε ως ιατρούς τους oποίους μας έστειλε o Χριστός για να μας ευεργετήσουν, γιατί μας απαλλάσσουν από την κενοδοξίαν. Φάρμακο του Ιησού είναι εκείνοι που μας προξενούν ζημιές ή μας υβρίζουν, απαλλάσοντάς μας από την πλεονεξίαν. Αν λοιπόν αποφεύγουμε έναν ωφέλιμον πειρασμό, είναι σαν να αποφεύγουμε την αιώνιο ζωή. Ποιος άλλος εχάρισε εις τον άγιο Στέφανο μεγαλύτερη δόξαν, από όσην του επροξένησαν εκείνοι που τον ελιθοβόλησαν;
Ο άγιος Κοσμάς o Αιτωλός μάς αναφέρει μία δική του προσωπική εμπειρία, για δύο ανθρώπους που εξομολογήθηκαν κοντά του:
Ο ένας του είπε, «Εγώ πνευματικέ, από τον καιρό που εγεννήθηκα έως τώρα, ενήστευα, προσευχόμουν πάντοτε, έκαμα τόσες ελεημοσύνες εις τους πτωχούς, έφτιασα μοναστήρια, εκκλησίες και άλλα πολλά καλά έκαμα. Τον γείτονά μου τον εχθρεύομαι, και δεν τον συγχωρώ».
Εγώ τότε (συνεχίζει o άγιος Κοσμάς) τον αποφάσισα για την κόλαση. Και αν τύχει να πεθάνει, να μην τον θάψουν, αλλά να τον ρίξουν στη στράτα να τον φάγουν οι σκύλοι.
Έρχεται μετά o άλλος και μου λέει, «Εγώ από τον καιρό που εγεννήθηκα, δεν έκαμα ποτέ κανένα καλό. Αλλά μάλιστα έχω καμωμένα τόσα φονικά. Επόρνευσα με τόσες γυναίκες. Έκλεψα τόσα πράγματα του κόσμου. Έκαψα εκκλησίες και μοναστήρια. Όλα τα κακά τα έχω κάνει. Μα τον εχθρό μου τον συγχωρώ».

  Να ιδήτε (λέγει o άγιος Κοσμάς), τι έκαμα εις αυτόν. Ευθύς τον αγκάλιασα και τον εφίλησα. Του έδωκα και άδεια σε τρεις ημέρες να μεταλάβει.
Αγαπητοί μου αδελφοί το παράδειγμα του αγίου Κοσμά είναι φοβερό, συνταρακτικό. Ας βάλουμε αρχή και 'μείς να συγχωράμε καθημερινά, γιατί είναι προϋπόθεση για τη σωτηρία μας.
source http://www.oodegr.com/oode/psyxotherap/psyxotherap/sygxwresi_1.htm

11 Ιουλίου 2017

Τα χρόνια πριν τον Αντίχριστο - Γέρων Νικων


 
Στη σημερινή εποχή εμείς οι χριστιανοί παρασυρόμενοι από άρθρα, βίντεο, ομιλίες και κάθε είδους ενημέρωση έχουμε αντικαταστήσει μέσα μας τον Χριστό με την αναμονή της έλευσης του αντιχρίστου δίδοντας ένα σασπένς και ένα διαφορετικό ενδιαφέρον στη ζωή μας.
Αφήνουμε κατά μέρος πολλές φορές το σήμερα που μας αφορά άμεσα και είναι η βάση για την σωτηρία της ψυχής μας.
Τον Λόγο του Χριστού και τα Άγια Μυστήρια ας έχουμε οδηγό για τη σωτηρία μας και όχι μία αρρωστημένη αναμονή ενός προσώπου που πρόκειτε να έρθει για να  μας τυραννήσει. Τη στιγμή που θα το επιτρέψει ο Θεός θα έρθει και εκείνη η εποχή.
Ει Κύριος μεθ' ημών, ουδείς καθ΄ ημών.
Ας εξετάζουμε και ας τοποθετούμε στη ζωή μας κάθε τι με μέτρο άριστον.
Τα χρόνια πριν τον Αντίχριστο - Γέρων Νίκων
19-3-2012
Ανοικτό Πανεπιστήμιο Κατερίνης

ΤΟ ΘΕΑΜΑ, ΕΝΑ ΦΟΒΕΡΟ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟ ΟΠΛΟ


Οι απόψεις του μαρξιστή Λέοντος Τρότσκυ για τη χρήση του θεάματος εναντίον του εκκλησιασμού

Δημοσιεύουμε αποσπάσματα από άρθρο του περιώνυμου Ρώσου μπολσεβίκου και μαρξιστή Λέοντος Τρότσκυ  (1879-1940), ενός από τους ηγέτες της Οκτωβριανής Επανάστασης στη Ρωσία, δευτέρου μετά τον Βλαδίμηρο Λένιν, σχετικά με τη δύναμη του θεάματος (συγκεκριμένα του κινηματογράφου, τότε) ως μέσου απομάκρυνσης του λαού από τον εκκλησιασμό.
Το άρθρο αυτό, «Η βότκα, η Εκκλησία και ο κινηματογράφος», πρωτοδημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Πράβντα» στις 12 Ιουλίου του 1923. Εμείς το δημοσιεύουμε αποσπασματικώς από αγγλική μετάφρασή του στο Διαδίκτυο (http://www.marxists.org/archive/trotsky/women/life/23_07_12.htm).
Το άρθρο είναι ενδεικτικό πολλών πραγμάτων, για ένα προσεκτικό ερευνητή της Νέας αντιχρίστου Εποχής (που ήδη άρχιζε με την είσοδο του 20ού αι.), ενδεικτικό της νοοτροπίας αλλά και των συνωμοτικών διεργασιών των εκάστοτε κυβερνητών, οι οποίες αποσκοπούν στη χειραγώγηση των πληθυσμών, αλλ’ επίσης ενδεικτικό και της πολύ ρηχής κατανόησης της Εκκλησιαστικής Λατρείας από τους εχθρούς της Εκκλησίας· σφάλμα που στοίχισε στους Μπολσεβίκους την ήττα τους από την Ρωσική Ορθοδοξία, όπως αποδεικνύει περίτρανα τα 20 τελευταία έτη η πανηγυρική επιστροφή της Εκκλησίας σε όλους τους τομείς του ρωσικού βίου.
Ο τηλεοπτικός «οχετός» στις μέρες μας, από τις χαμηλότερες εκφάνσεις του, την καλλιέργεια των σαρκικών και φονικών παθών, μέχρι και τις πλέον «ψυχικές» (Α΄ Κορ. 2,14) ή δαιμονικές, όπως είναι ο τυφλός ορθολογισμός και η μαγεία, επιβάλλει βαρύ φόρο ψυχικής απωλείας στην ανθρωπότητα. Γι αυτό δημοσιεύουμε το παρόν, προς γνώση και συναίσθηση του φοβερού κινδύνου και των μηχανισμών που όπισθεν της τηλεόρασης, του κινηματογράφου, του διαδικτύου και όλων των λοιπών διαύλων του θεάματος οργανώνουν τη συστηματική κατεδάφιση των ανθρωπίνων αξιών και την καλλιέργεια όλης της υποκουλτούρας της Νέας Τάξης Πραγμάτων και της Νέας Εποχής του Αντιχρίστου.
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ
«Το θέμα της ψυχαγωγίας, σε αυτή τη σύνδεση, αποκτά εξαιρετικά αυξημένη σπουδαιότητα, όσον αφορά στην κουλτούρα και την παιδεία. Ο χαρακτήρας ενός παιδιού αποκαλύπτεται και διαμορφώνεται στο παιχνίδι του. Ο χαρακτήρας ενός ενήλικος εκφαίνεται  καθαρά στο παιχνίδι και τις ψυχαγωγίες του. Αλλά στη διαμόρφωση του χαρακτήρα μιας ολόκληρης τάξης, όταν αυτή η τάξη είναι νεαρή και προοδεύει, όπως το προλεταριάτο, οι ψυχαγωγίες και το παιχνίδι πρέπει να κατέχουν διακεκριμένη θέση. Ο μεγάλος Γάλλος ουτοπικός μεταρρυθμιστής, ο Φουριέ, απορρίπτοντας τον χριστιανικό ασκητισμό και την καταπίεση κατά των φυσικών ενστίκτων, κατασκεύασε την “phalanstère” του (τις κοινότητες του μέλλοντος) επί της ορθής και λογικής αξιοποίησης και του συνδυασμού των ανθρωπίνων ενστίκτων και παθών. Αυτή είναι ιδέα βαθεία! Το κράτος της εργατικής τάξης δεν είναι ούτε πνευματικό τάγμα ούτε μοναστήρι. Εκλαμβάνουμε τους ανθρώπους όπως έχουν κατασκευαστεί εκ φύσεως και όπως έχουν μερικώς εκπαιδευθεί και μερικώς παραμορφωθεί από την παλαιά τάξη. Αναζητούμε ένα σημείο υποστήριξης σε αυτό το ζων ανθρώπινο υλικό, για την εφαρμογή του μοχλού του κόμματός μας και του επαναστατικού κράτους μας. Η επιθυμία για ψυχαγωγία, διασκέδαση, ξενάγηση και γέλιο, είναι η πιο νόμιμη επιθυμία της ανθρώπινης φύσης. Είμαστε ικανοί, και πράγματι υποχρεωμένοι, να δώσουμε στην ικανοποίηση της επιθυμίας αυτής μιαν υψηλότερη καλλιτεχνική ποιότητα, κάνοντας ταυτόχρονα την ψυχαγωγία ένα όπλο μαζικής εκπαίδευσης, απελευθερωμένο από την φρούρηση του παιδαγωγού και από την κουραστική συνήθεια να ηθικοποιεί.»
«Το πιο σημαντικό όπλο σχετικά, ένα όπλο που υπερέχει παντός άλλου, είναι σήμερα ο κινηματογράφος. Αυτός ο θαυμαστός νεωτερισμός του θεάματος, έχει  παρέμβει στην ανθρώπινη ζωή με μία επιτυχή ταχύτητα, που ποτέ δεν έχει μαρτυρηθεί στο παρελθόν. Στην καθημερινή ζωή των καπιταλιστικών πόλεων, ο κινηματογράφος έχει γίνει τόσο αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής, όσο και το μπάνιο, η μπυραρία, η εκκλησία και άλλοι αναφαίρετοι θεσμοί, επαινετοί ή μη. Το πάθος για τον κινηματογράφο είναι ριζωμένο στην επιθυμία για διασκέδαση, στην επιθυμία να δεί κανείς κάτι νέο και απρόοπτο, να γελάσει και να κλαύσει με τις δυστυχίες των άλλων ανθρώπων, όχι τις δικές του. Ο κινηματογράφος ικανοποιεί αυτές τις απαιτήσεις με ένα πολύ άμεσο, οπτικό, γραφικό και ζωντανό τρόπο, χωρίς να απαιτεί τίποτε από τους θεατές. Δεν απαιτεί καν να είναι αυτοί μορφωμένοι. Γι’ αυτό οι θεατές τρέφουν μια τόσο μεγάλη αγάπη για τον κινηματογράφο, αυτό το αστείρευτο σιντριβάνι εντυπώσεων και συναισθημάτων. Αυτό παρέχει ένα σημείο, και όχι απλώς ένα σημείο, αλλά μια τεράστια πλατεία, για την εφαρμογή των δικών μας σοσιαλιστικών εκπαιδευτικών ενεργειών».
«Το γεγονός ότι μέχρι τώρα, δηλαδή σε σχεδόν έξι χρόνια, δεν έχουμε αποκτήσει την κυριότητα του κινηματογράφου, δείχνει πόσο αργοί και απαίδευτοι είμαστε, για να μη πω ειλικρινά, ανόητοι. Αυτό το όπλο, που «κραυγάζει» για να χρησιμοποιηθεί, είναι το καλύτερο εργαλείο για προπαγάνδα: για τεχνική, εκπαιδευτική και βιομηχανική προπαγάνδα, προπαγάνδα κατά του αλκοόλ, υπέρ της υγιεινής, προπαγάνδα πολιτική, κάθε προπαγάνδα που θα θέλατε, μια προπαγάνδα που είναι προσβάσιμη στον καθένα, που είναι ελκυστική, που εισδύει στη μνήμη και μπορεί να γίνει πιθανή πηγή εισοδήματος».
« [...] Μπορούμε να εξασφαλίσουμε αυτό το ασύγκριτο όπλο; Γιατί όχι; Η κυβέρνηση του Τσάρου, μέσα σε λίγα χρόνια, οργάνωσε ένα περίπλοκο δίκτυο κρατικών μπάρ. Η επιχείρηση απέφερε ετήσιο εισόδημα σχεδόν ενός δισεκατομμυρίου χρυσών ρουβλίων. Γιατί η κυβέρνηση των εργατών να μη ιδρύσει ένα δίκτυο κρατικών κινηματογράφων; Αυτός ο μηχανισμός ψυχαγωγίας και εκπαίδευσης θα μπορούσε όλο και περισσότερο να εξελιχθεί σε αναφαίρετο κομμάτι του εθνικού βίου. Χρησιμοποιούμενο για την καταπολέμηση του αλκοολισμού, θα μπορούσε ταυτόχρονα να μετατραπεί και σε μία κερδοφόρο επιχείρηση. Είναι πρακτικό; Γιατί όχι; Φυσικά, δεν είναι εύκολο. Σε κάθε περίπτωση, θα ήταν περισσότερο φυσικό και περισσότερο ταιριαστό με τις οργανωτικές ενέργειες και ικανότητες ενός κράτους εργατών, απ΄ ότι, ας πούμε, μια προσπάθεια να επανασυστήσουμε το μονοπώλιο της βότκα».
«Ο κινηματογράφος ανταγωνίζεται όχι μόνο την ταβέρνα, αλλά επίσης και την εκκλησία. Και αυτός ο ανταγωνισμός μπορεί να αποβεί θανάσιμος για την εκκλησία, αν αναπληρώσουμε τον χωρισμό της εκκλησίας από το σοσιαλιστικό κράτος, με την συγχώνευση του σοσιαλιστικού κράτους με τον κινηματογράφο».
«Η θρησκευτικότητα στις ρωσικές εργατικές τάξεις πρακτικά δεν υπάρχει. Ουσιαστικά ποτέ δεν υπήρξε. Η Ορθόδοξη Εκκλησία ήταν καθημερινό έθος και κυβερνητικός θεσμός. Ποτέ δεν ήταν επιτυχής στο να διεισύσει βαθειά μέσα στη συνείδηση των μαζών, ούτε στο να αναμείξει τα δόγματα και τους κανόνες της με τα εσωτερικά συναισθήματα του λαού. Ο λόγος γι’ αυτό είναι ο ίδιος: η απολίτιστη κατάσταση της παλαιάς Ρωσίας, συμπεριλαμβανομένης της εκκλησίας της. Συνεπώς, όταν αφυπνισθεί πολιτιστικά, ο Ρώσος εργάτης εύκολα απορρίπτει την πτωχή εξωτερική του σχέση με την εκκλησία, μια σχέση που αναπτύχθηκε πάνω του από συνήθεια. Για τον χωρικό, σίγουρα, αυτό καθίσταται δυσκολότερο, όχι επειδή ο χωρικός έχει περισσότερο βαθειά και άμεσα εισέλθει στην εκκλησιαστική διδασκαλία – αυτό βεβαίως ποτέ δεν έγινε -  αλλ’ επειδή η αδράνεια και μονοτονία της ζωής του είναι στενά δεμένα με την αδράνεια και μονοτονία των εκκλησιαστικών πρακτικών».
Η σχέση του εργάτη με την εκκλησία (αναφέρομαι στον εκτός κόμματος εργάτη της μάζας) συγκρατιέται κυρίως από το νήμα της συνήθειας, ιδιαιτέρως της συνήθειας των γυναικών. Οι εικόνες ακόμη είναι κρεμασμένες στο σπίτι, επειδή υπάρχουν εκεί· οι εικόνες κοσμούν τους τοίχους· θα ήταν άδειο χωρίς αυτές· οι άνθρωποι δεν θα ήταν συνηθισμένοι σε αυτό. Ένας εργάτης δεν θα μπεί στον κόπο να αγοράσει καινούργιες εικόνες, αλλά δεν έχει και αρκετή θέληση να ξεφορτωθεί τις παλιές. Με ποιο τρόπο μπορεί να εορτασθεί η εορτή της άνοιξης παρά μόνο με Πασχάλιο γλυκό; Και το Πασχάλιο γλυκό πρέπει να ευλογηθεί από τον ιερέα, αλλιώς θα είναι απλά χωρίς νόημα. Ως προς τον εκκλησιασμό, οι άνθρωποι δεν πηγαίνουν επειδή είναι θρησκευόμενοι· η εκκλησία είναι λαμπρά φωτισμένη, γεμάτη με άνδρες και γυναίκες ενδεδυμένους με τα καλύτερά τους ρούχα, η ψαλμωδία είναι καλή - ένα πεδίο κοινωνικο -αισθητικών έλξεων που δεν παρέχονται από το εργοστάσιο, την οικογένεια ή την καθημερινότητα του δρόμου. Πίστη δεν υπάρχει ή δεν υπάρχει καθόλου έμπρακτα. Οπωσδήποτε, δεν υπάρχει σεβασμός για τον κλήρο ή πίστη στη μαγική δύναμη του τελετουργικού. Αλλά δεν υπάρχει ενεργής θέληση να το καταστρέψει ολικά. Τα στοιχεία της διασκέδασης, της ευχαρίστησης και της ψυχαγωγίας παίζουν ένα μεγάλο ρόλο στα εκκλησιαστικά τελετουργικά. Με θεατρικές μεθόδους η εκκλησία ενεργεί πάνω στην όραση, την αίσθηση της όσφρησης (μέσω του θυμιάματος) και μέσω αυτών πάνω στην φαντασία. Η επιθυμία του ανθρώπου για το θεατρικό, επιθυμία να δεί και να ακούσει το ασύνηθες, το εκπληκτικό, η επιθυμία για ρήξη της συνήθους μονοτονίας της ζωής είναι μεγάλη και ανεξάλειπτη· επιμένει από την πρώιμη παιδική μέχρι την προχωρημένη γεροντική ηλικία. Αποσκοπώντας στην απελευθέρωση των κοινών μαζών από το τελετουργικό και τον εκκλησιαστικισμό, που αποκτήθηκαν από συνήθεια, δεν είναι αρκετή από μόνη της η αντιθρησκευτική προπαγάνδα. Φυσικά, είναι αναγκαία· αλλ’ η άμεση πρακτική επίδρασή της περιορίζεται σε μια μικρή μειοψηφία όσων είναι περισσότερο γενναίοι στο πνεύμα. Η πλειονότητα των ανθρώπων δεν επηρεάζονται από την αντιθρησκευτική προπαγάνδα· αλλά αυτό δεν είναι επειδή η πνευματική τους σχέση με τη θρησκεία είναι τόσο βαθειά. Αντιθέτως, δεν υπάρχει καμμία πνευματική σχέση· υπάρχει μόνο μια άμορφη, νωθρή, μηχανιστική σχέση, η οποία δεν έχει περάσει μέσα από τη συνείδηση· μια σχέση σαν αυτή του ξεναγούμενου οδοιπόρου, ο οποίος περιστασιακά δεν αρνείται να συμμετάσχει σε μια λιτανεία ή σε μια πομπώδη τελετή ούτε να ακούσει την ψαλμωδία ή να κινεί τα χέρια του».
«Ένα τελετουργικό άνευ νοήματος, που κείται στη συνείδηση σαν αδρανές φορτίο, δεν μπορεί να καταστραφεί από μόνη την κριτική· μπορεί να αντικατασταθεί από νέες μορφές ζωής, νέες ψυχαγωγίες, νέα και πιο πολιτισμένα θέατρα. Και πάλιν εδώ, οι σκέψεις στρέφονται στο πιο δυνατό - επειδή είναι το πιο δημοκρατικό - όργανο του θεάτρου: στον κινηματογράφο. Χωρίς να απαιτεί κλήρο ενδεδυμένο στόφα κ.λπ. ο κινηματογράφος ξεδιπλώνει επί της λευκής οθόνης θεατικές εικόνες μεγαλύτερης αποδοχής από εκείνες που παρέχει η πλουσιότερη εκκλησία - που έχει γίνει σοφή μέσω εμπειρίας χιλίων ετών - ή ένα τζαμί ή μια συναγωγή. Στην εκκλησία μόνο ένα δράμα εκτελείται, και πάντοτε ένα και το αυτό, μπαίνει χρόνος, βγαίνει χρόνος. Αλλά στον κινηματογράφο της γειτονιάς θα σου δείξουν τα Πάσχα των εθνικών, των Ιουδαίων και των Χριστιανών στην ιστορική τους διαδοχή και με την ομοιότητα του τελετουργικού τους. Ο κινηματογράφος ψυχαγωγεί, μορφώνει, βάλλει τη φαντασία με εικόνες και σε απελευθερώνει από την ανάγκη να διασχίσεις την πόρτα της εκκλησίας. Ο κινηματογράφος είναι ο μεγάλος ανταγωνιστής όχι μόνο της ταβέρνας, αλλά και της εκκλησίας. Ιδού ένα εργαλείο που πρέπει να εξασφαλίσουμε με οποιοδήποτε κόστος».
Μετάφραση και επιμέλεια κειμένου Ιερά Μονή Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου

10 Ιουλίου 2017

Αθεϊστικά εγκλήματα


Η Εκκλησία δεν εισάγει ούτε υποστηρίζει κάποιο κοινωνικοπολιτικό σύστημα. Υπακούει στους κυβερνήτες και προσεύχεται γι’ αυτούς. Πάντοτε όμως αρνείται να υποταχθεί σε όσα εξ αυτών προσπαθούν να παρεμποδίσουν ή να ελέγξουν το πνευματικό Της έργο. Διδάσκει επίσης με στεντόρεια φωνή πως είναι αδύνατον να οργανωθεί και να κυβερνηθεί ένα κράτος εάν δεν ζητήσουν οι άνθρωποι την βοήθεια του Βασιλέως των βασιλευόντων και δεν διέπονται από τις ηθικές επιταγές του Χριστιανισμού.
Ο ιδεολογικός αθεϊσμός λαμβάνοντας την εξουσία στις λεγόμενες «χώρες του ανατολικού μπλοκ», θέλησε όχι απλώς να υποτάξει το έργο της Ορθοδόξου Εκκλησίας αλλά να ξεριζώσει ακόμη και αυτό το θρησκευτικό συναίσθημα από τις καρδιές των ανθρώπων. Τόσο μεγάλη ήταν η έπαρση των υλιστών οι οποίοι μεθυσμένοι από την απολυταρχική εξουσία τους έφθασαν στο σημείο να ειδωλοποιήσουν τους εαυτούς τους. Βία, αλληλοπαρακολούθηση και αλληλοκατάδοση των πολιτών, ακόμη και των μελών μιας οικογενείας. Το όλο κλίμα ήταν τελείως ασταθές και απέπνεε μια διαρκή ανασφάλεια η οποία γεννούσε αδυσώπητο μίσος για το κάθε τι.

Υπάρχουν πλήθος κειμένων- ντοκουμέντων που δίνουν ελάχιστη γεύση από την πικρία και τον πόνο αυτών των καταστάσεων. Άλλα πάλι περιγράφουν θαυμαστά γεγονότα, πραγματικές ηλιαχτίδες μέσα στο πηχτό σκοτάδι της δικτατορίας του αθεϊσμού. Κάποια από αυτά δημοσιεύονται παρακάτω. Όχι ασφαλώς για να αντιπολεμήσουν όσους με λύσσα πολέμησαν την Εκκλησία, αλλά ως αναγκαία διδασκαλία για όλους- άρχοντες και αρχομένους.
http://www.impantokratoros.gr/atheisika-egklhmata.el.aspx

08 Ιουλίου 2017

Η κρυφή υπερηφάνεια-Αγίου Παϊσίου Αγιορείτου


– Μου είπατε, Γέροντα, ότι έχω κρυφή υπερηφάνεια. Ποία είναι η κρυφή υπερηφάνεια;

– Είναι η εσωτερική υπερηφάνεια. Και η εσωτερική υπερηφάνεια είναι πολύ χειρότερη από την εξωτερική.
– Γέροντα, τι διαφορά έχει η εξωτερική από την εσωτερική υπερηφάνεια;

– Η εξωτερική υπερηφάνεια φαίνεται και θεραπεύεται εύκολα. Ο άνθρωπος που έχει εξωτερική υπερηφάνεια φαίνεται και από τα ρούχα του και από το περπάτημά του και από την ομιλία του, και έτσι μπορεί κανείς να του πη καμμιά κουβέντα και να βοηθηθή. Ενώ η κρυφή υπερηφάνεια είναι πολύ ύπουλη και γι᾿ αυτό δύσκολα θεραπεύεται. Κρύβεται και δεν την βλέπουν οι άλλοι· μόνον ένας πεπειραμένος μπορεί να την καταλάβη. Η κρυφή υπερηφάνεια συνήθως υπάρχει στους πνευματικούς ανθρώπους. Και τότε, ενώ έχουν εξωτερικά σχήματα ταπεινά, σχήματα ευλαβείας, μέσα τους κρύβουν του κόσμου την υπερηφάνεια! Βλέπεις, ντύνεται στα κουρέλια το ταγκαλάκι...

– Γέροντα, ο άνθρωπος που έχει κρυφή υπερηφάνεια την καταλαβαίνει;

– Αν παρακολουθή τον εαυτό του, την καταλαβαίνει.
– Γέροντα, έχω τον λογισμό ότι αυτός που έχει κρυφή υπερηφάνεια, δεν νιώθει μέσα του ανάπαυση.

– Ανάπαυση θεϊκή δεν νιώθει, ούτε γνώρισε ποτέ την θεϊκή ανάπαυση, αλλά αναπαύει τον λογισμό του.
– Τί θα με βοηθήση, Γέροντα, να καταλάβω αν έχω κρυφή υπερηφάνεια και να αγωνισθώ να την διώξω;

– Αν κάνης, ας υποθέσουμε, έναν πνευματικό αγώνα και σού λέη ο λογισμός ότι κάνεις κάτι σπουδαίο, είσαι ενάρετη κ.λπ., σίγουρα υπάρχει μέσα σου υπερηφάνεια, αλλά την κρύβεις. Αν λοιπόν προσέξης, θα δής ότι νιώθεις μια ικανοποίηση ψεύτικη. Για να φύγη η κρυφή υπερηφάνεια, πρέπει να σιχαθής αυτό το ψεύτικο και να το πετάξης. Αυτούς που έχουν εξωτερική υπερηφάνεια, τους σιχαίνονται οι άλλοι, και έτσι μπορούν να διορθωθούν· ενώ, όσοι έχουν εσωτερική, κρυφή, υπερηφάνεια, πρέπει οι ίδιοι να σιχαθούν τον εαυτό τους, για να απαλλαγούν από αυτήν. Αλλά, και όταν δίνης στους άλλους το δικαίωμα να σού κάνουν παρατηρήσεις, αυτό θα σε βοηθήση, γιατί θα βγή έξω η κρυφή υπερηφάνεια, θα φανερωθή και σιγά-σιγά θα φύγη.
ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
ΛΟΓΟΙ Ε' ΠΑΘΗ ΚΑΙ ΑΡΕΤΕΣ
ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ «ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ» ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ 2010
surce agiooros

07 Ιουλίου 2017

Γέρων Παΐσιος για την την τεκνογονία και τις εκτρώσεις


Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου  †1994

Η ανθρώπινη λογική στο θέλημα του Θεού για την τεκνογονία *
Πολλές φορές ανδρόγυνα μού εκφράζουν την ανησυχία τους για το θέμα της τεκνοποιίας και ζητούν την γνώμη μου. Άλλα σκέφτονται να κάνουν ένα-δυο παιδιά και άλλα θέλουν να αποκτήσουν πολλά παιδιά. Αυτό όμως που τους συμφέρει είναι να αφήνουν το θέμα της τεκνοποιίας στον Θεό. Να εμπιστεύονται την ζωή τους στην θεία Πρόνοια και να μη βάζουν δικά τους προγράμματα. Πρέπει να πιστεύουν ότι ό Θεός, που φροντίζει για τα πετεινά του ουρανού, πολύ περισσότερο θα φροντίση για τα δικά τους παιδιά...

Μερικοί προσπαθούν πρώτα να τακτοποιήσουν όλα τα άλλα και ύστερα να σκεφθούν για παιδιά. Δεν λαμβάνουν υπ' όψιν τους καθόλου τον Θεό. Άλλοι πάλι λένε: «σήμερα είναι δύσκολη η ζωή· ένα παιδί φθάνει, γιατί και αυτό με δυσκολία το μεγαλώνεις», και δεν κάνουν άλλα παιδιά. Δεν καταλαβαίνουν πόσο αμαρτάνουν μ' αυτήν την τοποθέτηση, γιατί δεν αφήνονται με εμπιστοσύνη στον Θεό. Ο Θεός έχει σπλάγχνα. Μόλις δη ότι δεν μπορούν να ανταποκριθούν, δεν του είναι δύσκολο να μην τους δώση άλλα παιδιά.
Ξεκινούν πολλοί να παντρευτούν, χωρίς να σκεφθούν ότι πρέπει να έχουν και ως σκοπό να κάνουν παιδιά και να τα αναθρέψουν χριστιανικά. Δεν θέλουν πολλά παιδιά, για να μην έχουν σκοτούρες, και έχουν στα διαμερίσματα σκυλιά, γατιά....

Για πολλούς που ζουν κοσμικά η οικογένεια σήμερα δεν έχει νόημα. Γι’ αυτό ή δεν παντρεύονται ή παντρεύονται και δεν κάνουν παιδιά ή σκοτώνουν τα παιδιά με τις εκτρώσεις, και έτσι μόνοι τους εξαφανίζουν το σόι τους. Δηλαδή μόνοι τους καταστρέφονται· δεν τους καταστρέφει ο Θεός. Ενώ οι πιστοί, που τηρούν τις εντολές του Θεού, δέχονται την θεία Χάρη, γιατί ο Θεός είναι υποχρεωμένος κατά κάποιον τρόπο να τους βοηθάη στα δύσκολα χρόνια που ζούμε…
Οι εκτρώσεις είναι φοβερή αμαρτία

- Γέροντα, κάποια κυρία σαράντα χρόνων, που έχει μεγάλα παιδιά, είναι έγκυος τριών μηνών. Ο άνδρας της την απειλεί πως, αν δεν κάνη έκτρωση, θα την χωρίση
- Αν κάμη έκτρωση, θα την πληρώσουν τα άλλα παιδιά τους με αρρώστιες και ατυχήματα. Σήμερα οι γονείς σκοτώνουν τα παιδιά με τις εκτρώσεις και δεν έχουν την ευλογία του Θεού. Παλιά, αν γεννιόταν ένα παιδάκι άρρωστο, το βάπτιζαν, πέθαινε αγγελούδι, και ήταν πιο ασφαλισμένο. Είχαν οι γονείς και άλλα γερά παιδιά, είχαν και την ευλογία του Θεού. Τώρα γερά παιδιά τα σκοτώνουν με τις εκτρώσεις και διατηρούν στην ζωή άλλα που είναι αρρωστημένα. Τρέχουν οι γονείς στην Αγγλία, στην Αμερική να τα θεραπεύσουν. Και συνεχίζεται μετά να γεννιούνται πιο άρρωστα, γιατί και αυτά, αν ζήσουν και κάνουν οικογένεια, μπορεί να γεννήσουν πάλι άρρωστα παιδιά, οπότε τι βγαίνει; Ενώ, αν γεννούσαν μερικά παιδιά, δεν θα έτρεχαν τόσο πολύ για το ένα, το άρρωστο, θα πέθαινε και θα πήγαινε αγγελούδι....

Πόσες χιλιάδες έμβρυα σκοτώνονται κάθε μέρα! Η έκτρωση είναι φοβερή αμαρτία. Είναι φόνος, και μάλιστα πολύ μεγάλος φόνος, γιατί σκοτώνονται αβάπτιστα παιδιά. Πρέπει να καταλάβουν οι γονείς ότι η ζωή αρχίζει από την στιγμή της συλλήψεως.
Η αλήθεια για τις εκτρώσεις
αντικειμενική ενημέρωση για όσα πρέπει να γνωρίζουμε
Εκδόσεις "Ορθόδοξος Κυψέλη"
* Από το βιβλίο του Γέροντος «ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΗ ΖΩΗ», εκδ. Ιερού Ησυχαστηρίου «Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος», Σουρωτή Θεσ/νίκης.
Source http://www.impantokratoros.gr/3BE47283.el.aspx
=========================================================================
Σε δημοτικά πάρκα των αστικών κέντρων σήμερα παίζουν παιδία από άλλες χώρες. Σε μικρό ποσοστό υπάρχουν εκεί ελληνόπουλα.
Στο δρόμο παρατηρούμε  ότι ο αριθμός των  Ελληνίδων γυναικών σε κατάσταση εγκυμοσύνης έχει ελλατωθεί δραματικά.
 Δεν φταίει μόνον η κοινωνική κρίση διότι αυτό το φαινόμενο το παρατηρήσαμε να αυξάνεται προ πολλών ετών στη χώρα μας.
Η ευκολία, η άνετη ζωή, η φυγοπονία, ο νεοπλουτισμός, η αποκοπή μας από το Σώμα της Εκκλησίας και πολλές άλλες καταστάσεις έφεραν τους πολίτες σε αυτή την κοινωνική & πνευματική ένδεια.
Ορθόν λοιπόν είναι να μην ευελπιστούμε για τη βελτίωση της ζωής μας σε κοσμικά σχήματα αλλά εις την Πρόνοιαν του Θεού.

Συμπαράσταση στον αδύνατο που πέφτει!


Πήγε κάποτε ένας αδελφός σε κάποιον Γέροντα και του λέει: «Ο αδελφός μου με βγάζει από τη σειρά μου πηγαίνοντας εδώ κι εκεί και στενοχωριέμαι».
Κι ο Γέροντας τον παρηγόρησε συμβουλεύοντάς τον: «Να τον υπομείνεις, αδελφέ, και ο Θεός βλέποντας τον κόπο της υπομονής σου, θα τον επαναφέρει. Γιατί με τρόπο σκληρό δεν είναι εύκολο να μεταστρέψεις κάποιον. Ούτε ένας δαίμονας διώχνει άλλον δαίμονα. Αλλά μάλλον με την καλοσύνη σου θα τον επαναφέρεις. Γιατί και ο Θεός μας ελκύει τους ανθρώπους προσφέροντάς τους την παρηγοριά».
Και του διηγήθηκε το εξής: Ήταν δύο αδελφοί στη Θηβαϊδα και ο ένας πολεμήθηκε από τον πειρασμό της πορνείας και είπε στον άλλο: «Θα γυρίσω στον κόσμο». Ο άλλος όμως με κλάματα του έλεγε: «Δεν σ' αφήνω, αδελφέ μου, να φύγεις και να χάσεις τον κόπο σου και την παρθενία σου». Αλλ' αυτός δεν πειθόταν και έλεγε: «Δεν μπορώ να μείνω άλλο, θα φύγω. 'Η έλα μαζί μου και επιστρέφω πάλι μαζί σου ή άφησε με και θα μείνω στον κόσμο».

Πήγε λοιπόν (ο άλλος) αδελφός και το ανέφερε σε κάποιον μεγάλο Γέροντα. Και ο Γέροντας του είπε: «Πήγαινε μαζί του. Και ο Θεός για τον κόπο σου δεν θα τον αφήσει να πέσει». Σηκώθηκαν λοιπόν και κατέβηκαν στον κόσμο. Μόλις όμως έφτασαν στο χωριό, ο Θεός βλέποντας τον κόπο της αγάπης του, πήρε τον πόλεμο από τον αδελφό. Και του λέει ο αδελφός: «Ας γυρίσουμε πίσω στην έρημο, αδελφέ. Να, πες ότι αμάρτησα, και τι κέρδισα;». Και γύρισαν στο κελί τους χωρίς να πάθουν ζημιά.
Από το Γεροντικό
agiooros

"ΦΩΝΗ ΚΥΡΙΟΥ" 9ης Ιουλίου – "Η ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ"



06 Ιουλίου 2017

Η ενδυμασία μας στο Ναό

 
Ἡ ἀμφίεσή μας
 
Mά καί ἡ ἐνδυμασία μας στό ναό νά εἶναι καλή ἀπό κάθε πλευρά. Nά εἶναι κόσμια καί ὄχι ἐξεζητημένη. Γιατί τό κόσμιο εἶναι σεμνό, ἐνῶ τό ἐξεζητημένο εἶναι ἄσεμνο.
Aὐτό ἀκριβῶς μᾶς παραγγέλλει καί ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ὅταν λέει: «Θέλω νά προσεύχονται οἱ ἄνδρες σέ κάθε τόπο, σηκώνοντας πρός τόν οὐρανό χέρια ὅσια, χωρίς ὀργή καί δισταγμό ὀλιγοπιστίας. Ἐπίσης καί οἱ γυναῖκες νά προσεύχονται μέ ἀμφίεση σεμνή, στολίζοντας τόν ἑαυτό τους μέ σεμνότητα καί σωφροσύνη, ὄχι μέ περίτεχνες κομμώσεις καί χρυσά κοσμήματα ἤ μαργαριτάρια ἤ ἐνδύματα πολυτελή, ἀλλά μέ ὅ,τι ταιριάζει στίς γυναῖκες πού λένε ὅτι σέβονται τό Θεό, δηλαδή μέ καλά ἔργα» (A' Tιμ. 2:8-10). Ἄν, λοιπόν, ἀπαγορεύει στίς γυναῖκες ἐκεῖνα πού εἶναι ἀπόδειξη πλούτου, πολύ περισσότερο ἀπαγορεύει ὅσα κινοῦν τήν περιέργεια, ὅπως τά φτιασίδια, τό βάψιμο τῶν ματιῶν, τό κουνιστό βάδισμα, τά παράξενα ροῦχα καί τά παρόμοια.

Tί λές, γυναίκα; Ἔρχεσαι στό ναό νά προσευχηθεῖς, καί στολίζεσαι μέ χρυσαφικά καί χτενίζεσαι ἐπιτηδευμένα; Mήπως ἦρθες γιά νά χορέψεις; Mήπως γιά νά λάβεις μέρος σέ γαμήλια γιορτή; Ἐκεῖ ἔχουν θέση τά χρυσαφικά καί οἱ πολυτέλειες· ἐδῶ δέν χρειάζεται τίποτε ἀπ’ αὐτά. Ἦρθες νά παρακαλέσεις τό Θεό γιά τίς ἁμαρτίες σου. Tί στολίζεις, λοιπόν, τόν ἑαυτό σου; Aὐτή ἡ ἐμφάνιση δέν εἶναι γυναίκας πού ἱκετεύει. Πῶς μπορεῖς νά στενάξεις, πῶς μπορεῖς νά δακρύσεις, πῶς μπορεῖς νά προσευχηθεῖς μέ θέρμη, ἔχοντας τέτοια ἀμφίεση; Θέλεις νά φαίνεσαι εὐπρεπής; Φόρεσε τό Xριστό καί ὄχι τό χρυσό. Nτύσου τήν ἐλεημοσύνη, τή φιλανθρωπία, τή σωφροσύνη, τήν ταπεινοφροσύνη. Aὐτά ἀξίζουν περισσότερο ἀπ’ ὅλο τό χρυσάφι. Aὐτά καί τήν ὡραία τήν κάνουν ὡραιότερη καί τήν ἄσχημη τήν ὀμορφαίνουν. Nά ξέρεις, γυναίκα, πώς, ὅταν στολιστεῖς πολύ, γίνεσαι πιό αἰσχρή κι ἀπό τή γυμνή, γιατί ἔχεις ἀποβάλει πιά τήν κοσμιότητα.
Source http://www.orthodoxfathers.com/Ekklisiasmos/amphiesi

02 Ιουλίου 2017

Η ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΚΛΙΜΑΞ ΣΕ 6 ΛΕΠΤΑ - Evigt Mörker - Gud

 
Δείτε τα σκαλοπάτια που ανεβαίνουμε γοητευμένοι ως άνθρωποι, με τόσο αγώνα σ' αυτό τον κόσμο. Ποιες είναι οι απολαβές μας στο τέλος του "ταξιδιού";
Κλίμακες δύο μόνον υπάρχουν, η επιλογή δική σου.
Αφιέρωσε 6 λεπτά απ' το χρόνο σου και ίσως να δεις τον εαυτό σου στο βίντεο!
 

 
"ΓΝΩΣΕΣΘΕ ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ
ΚΑΙ Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΕΛΕΥΘΕΡΩΣΕΙ ΥΜΑΣ"
 


01 Ιουλίου 2017

Κατάθεσις της Τιμίας Εσθήτος της Θεοτόκου - 02 Ιουλίου


 
                   Χιτὼν μὲν Υἱοῦ Χριστοφρουροῖς δημίοις.                     
Ἐσθὴς δὲ Μητρὸς χριστοφρουρήτῳ πόλει.
Δευτερίῃ κατέθεντο σορῷ Ἐσθῆτα Πανάγνου.
Βιογραφία
Στο ναό των Βλαχερνών, που είχε κτίσει η βασίλισσα Πουλχερία, κόρη του αυτοκράτορα Αρκαδίου και σύζυγος του αυτοκράτορα Μαρκιανού (451 - 457 μ.Χ.), είχαν κατατεθεί τα σπάργανα (εντάφια) της Θεοτόκου, τα όποια είχαν σταλεί από τον Πατριάρχη Ιεροσολύμων Ιουβενάλιο (βλέπε ίδια ημέρα). Όταν δε ήταν αυτοκράτορας ο Λέων Α' ο Θράξ (457 - 474 μ.Χ.), οι πατρίκιοι Γάλβιος και Κάνδιδος έφεραν από τα Ιεροσόλυμα και την τίμια εσθήτα της Υπεραγίας Θεοτόκου. Ο Λέων την παρέλαβε και την κατέθεσε στο ναό των Βλαχερνών, μέσα σε χρυσή λάρνακα.
Η εσθήτα αυτή υπήρχε μέσα στο ναό των Βλαχερνών μέχρι το έτος 820 μ.Χ. Αλλά ο ναός αυτός το 1070 μ.Χ. κάηκε και κατόπιν, αφού ανοικοδομήθηκε, από απροσεξία ξανακάηκε στις 19 Ιανουαρίου του 1434 μ.Χ. Βέβαια, πάντα τα τίμια αντικείμενα της Υπεραγίας Θεοτόκου γίνονται αφορμή στους αγωνιζόμενους χριστιανούς να μιμηθούν την αρετή της. Και όπως, λοιπόν, αυτή «διετήρει πάντα τὰ ρήματα (τοῦ Κυρίου) ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτῆς» (Λουκά, θ' 51.), διατηρούσε, δηλαδή, τα λόγια του Υιού της βαθειά χαραγμένα στην καρδιά της, έτσι ας κάνουμε κι εμείς.
Πηγή: http://www.saint.gr/656/saint.aspx

ΦΩΝΗ ΚΥΡΙΟΥ 2ας Ιουλίου – " Η ΘΕΟΤΟΚΟΣ ΘΗΣΑΥΡΟΣ ΤΟΥ ΛΟΓΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΥ"

   
 

Οι θέσεις των Ιερών αντικειμένων και Εθνικών συμβόλων στο χώρο μας


Όλοι έχουμε στους χώρους μας κάποια ιερά αντικείμενα αλλά και ιερά σύμβολα, η ερώτηση είναι εάν τα τοποθετούμε στην  πρέπουσα θέση σύμφωνα με την παράδοση ή τα παρατάμε σε λάθος σημεία.

Το εικονοστάσι
Κάθε πιστός αισθάνεται την ανάγκη να έχει ένα συγκεκριμένο χώρο στον οποίο να φυλάσσει ιερά αντικείμενα και σύμβολα.

Ο χώρος αυτός ονομάζεται εικονοστάσι και συνήθως είναι μία ξύλινη ορθογώνια κατασκευή με ένα πορτάκι έμπροσθεν (συνήθως από γυαλί, αλλά και ξύλινο). Ένα εικονοστάσι μπορούμε να το παραγγείλλουμε στον μαραγκό εφόσον έχουμε επιλέξει τις ανάλογες διαστάσεις του σύμφωνα με τα αντικείμενα που θα τοποθετήσουμε μέσα του αλλά και σύμφωνα με τον χώρο που θα το αναρτήσουμε. Στην αγορά υπάρχουν και έτοιμα εικονοστάσια με διάφορες καλαίσθητες διακοσμήσεις. Μία ακόμη λύση είναι να εκμεταλλευτούμε ένα κενό ντουλάπι (καθαρό) ή κάποιον άλλο κενό χώρο στο σπίτι μας.  Προσοχή εάν χρησιμοποιείτε καντηλάκι αναμμένο σε τέτοιους χώρους, μαυρίζουν γρήγορα και είναι εύφλεκτοι.
Μέσα στο εικονοστάσι μπορούμε να βάλουμε τις εικόνες που υπάρχουν στην οικία μας (εάν το εικονοστάσι έχει και κάποιο βάθος αναρτούμε τις μικρότερες εικόνες στις πλαϊνές πλευρές του), τα κομποσκοίνια, το μπουκαλάκι του αγιασμού, τα καρβουνάκια , το λιβάνι και το λιβανιστήρι μας, τα φυτίλια του καντηλιού, μικρά σταυρουδάκια ή φυλακτά και ότι άλλο σχετικό. Για κάποιες απορίες που ίσως έχουμε,  ρωτάμε και τον πνευματικό μας. Καλό είναι το εικονοστάσι μας να μην τοποθετείται επάνω από θερμά αντικείμενα όπως είναι το καλοριφέρ.

Η τράπεζα εστίασης
Στον  τοίχο που ευρίσκεται πλησίον της τράπεζας εστίασης  μπορούμε να αναρτήσουμε την ¨Φιλοξενία του Αβραάμ¨  που αναπαριστά  την Αγία τριάδα υπό την μορφή τριών αγγέλων. Όχι τον ¨Μυστικό Δείπνο¨  σε αυτό το σημείο. Εάν δεν έχουμε εικόνα με αυτό το θέμα τοποθετούμε την εικόνα της Θεοτόκου, του Ιησού Χριστού ή την εικόνα του προστάτη μας αγίου.

Άλλοι χώροι
Εικόνα  μπορούμε να τοποθετήσουμε σε τοίχο του σαλονιού, στην κρεβατοκάμαρα ή και στο χώρο της εργασίας μας αλλά όχι για διακοσμητικούς λόγους.
Τα ιερά βιβλία
Όλοι έχουμε στα σπίτια μας ιερά βιβλία όπως την Αγία Γραφή, την Ιερά Σύνοψη, το Γεροντικό, τον Συναξαριστή κ.ά.  Όλα αυτά τα βιβλία ιερών κειμένων ας τα τοποθετούμε σε ένα σημείο της βιβλιοθήκης μας αρχειοθετημένα ούτως ώστε να τα βρίσκουμε εύκολα όταν τα χρειαζόμαστε.

Τα σκεύη για τον Αγιασμό και το Ιερό Ευχέλαιο
Πολλοί πιστοί κατά διαστήματα προσκαλούν στο σπίτι τους ιερέα για να τελέσει αγιασμό ή και Ιερό Ευχέλαιο. Τα αντικείμενα που χρησιμοποιούμε για αυτές τις τελέσεις όπως μία γυάλινη λεκάνη ή ένα τραπεζομάντηλο καλύτερα θα είναι να τα φυλάσσουμε σε ασφαλές σημείο του σπιτιού μας και να μη τα χρησιμοποιούμε για άλλες εργασίες.

Λιβανισμός και καντήλι
Όσο για το καμένο φυτίλι του καντηλιού και τα υπολείμματα από το λιβάνισμα, ρωτήστε τον πνευματικό σας για το πως πρέπει να τα διαχειριστείτε.
Δεν τα πετάμε στα σκουπίδια.
Η Σημαία

Εάν θέλουμε να έχουμε την σημαία  στο σπίτι μας θα πρέπει να την αναρτούμε στον ιστό της. Ο ιστός να στηρίζεται σε μία βάση και στην κορυφή του να δεσπόζει ο τίμιος σταυρός. Ποτέ δεν απλώνουμε τη σημαία στο κρεβάτι μας, στο τραπέζι ή σε κάποιο άλλο σημείο διότι έτσι γινόμαστε ασεβείς προς τα εθνικά σύμβολα.
 Ιστοί της σημαίας υπάρχουν επιδαπέδιοι και επιτραπέζιοι.
 Όλες αυτές τις πράξεις και ενέργειες τις πράττουμε γιατί μας πληρούν πνευματικά.
Πηγή: "ΑΛΙΚΟΣ ΟΥΡΑΝΟΣ" - https://pneumatikesparaineseis.blogspot.com/

30 Ιουνίου 2017

ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΑΝΑΡΓΥΡΟΙ ΚΑΙ Η ΠΡΩΤΗ ΜΕΤΑΜΟΣΧΕΥΣΗ ΣΕ ΑΣΘΕΝΗ ΤΟΥΣ


Οἱ  Ἅγιοι Κοσµᾶς καὶ Δαµιανὸς οἱ Ἀνάργυροι

Ἦταν ἀδέρφια καὶ καταγόταν ἀπὸ τὴν Ρώµη.

Σπούδασαν καὶ οἱ δυὸ τὴν ἰατρικὴ καὶ ἐξάσκησαν αὐτὴ ὄχι σὰν ἐπικερδὲς ἐπάγγελµα, ἀλλὰ σὰν φιλανθρωπικὴ διακονία.

Χρήµατα δὲν δέχονταν, οὔτε ἀπὸ φτωχό, ἀλλὰ οὔτε καὶ ἀπὸ πλούσιο. Κυρίως, ἔτρεχαν καὶ πρόσφεραν πρόθυµα τὶς ὑπηρεσίες τους στοὺς φτωχούς, παρὰ στοὺς πλουσίους, διότι, ὅπως ἔλεγαν, µία καλύβα ἔχει περισσότερη ἀνάγκη ἀπὸ ἕνα παλάτι.

Ἀλλὰ καὶ ὅταν θεράπευαν κάποιον ἀσθενῆ πλούσιο καὶ αὐτὸς µὲ τὴν βία τοὺς ἀνάγκαζε νὰ δεχθοῦν ἀµοιβή, αὐτοὶ τοῦ σηµείωναν τὸ ὄνοµα ἑνὸς φτωχοῦ ἀσθενοῦς καὶ τὸν προέτρεπαν σ᾿ αὐτὸν νὰ δώσει τὴν ἀµοιβή τους.

 Ὁ Θεός, µάλιστα, εὐλόγησε τὴν ἰατρική τους καὶ µὲ θαυµατουργικὴ δύναµη.

Αὐτό, ὅµως, κίνησε τὸ φθόνο τῶν ἄλλων γιατρῶν, µὲ πρῶτο τὸ δάσκαλό τους, ποὺ τοὺς µισοῦσε ἐπιπλέον, διότι αὐτοὶ ἦταν χριστιανοί.

Κάποια µέρα, λοιπόν, ἐνῷ µάζευαν θεραπευτικὰ βότανα, τοὺς δολοφόνησαν, ἀφοῦ τοὺς ἔσπρωξαν µὲ ὁρµὴ στὸν γκρεµό. Φάνηκε, ἔτσι, ἡ καταστρεπτικὴ ἰδιοτέλεια τῶν συναδέλφων τους, καὶ ἀντίθετα πόση «φιλαδελφίαν ἀνυπόκριτον», φιλαδελφία ἐλεύθερη ἀπὸ κάθε προσποίηση καὶ ὑποκρισία, καλλιεργοῦσαν οἱ δυὸ Ἅγιοι Ἀνάργυροι.




 

29 Ιουνίου 2017

Τατουάζ ή Δερματοστιξία


Η θέση της Εκκλησίας

Σε κάποιες άλλες εποχές οι γυναίκες δημιουργούσαν κεντήματα υψηλής ποιότητας στις επιφάνειες λινών και μεταξωτών υφασμάτων με μόνα εργαλεία και υλικά τα πολύχρωμα νήματα, την βελόνα και μεγάλη υπομονή.
Την σήμερον οι γυναίκες, αλλά και οι άνδρες όλων των ηλικιών που θέλουν να είναι must και in, κεντούν διάφορα σχέδια και μηνύματα απευθείας στην επιφάνεια του δέρματος τους. 

Η Ορθόδοξη εκκλησία δεν επιτρέπει στους πιστούς να χαράζουν Στο δέρμα τους τατουάζ. 
Ελλείψει Πνευματικής πληρότητας οι άνθρωποι καταφεύγουν σε υποκατάστατα βλαβερά για το σώμα και την ψυχή.
Ένα είδος υποκατάστατου είναι και το χάραγμα του δέρματος (δερματοστιξία ή τατουάζ), με χρωστικές ουσίες.
Δυστυχώς και τα παιδιά σήμερα μιμούνται τέτοιες τεχνικές «καλαισθησίας» από μικρά τοποθετώντας στο χέρι τους τα αυτοκόλλητα τατουάζ του χαρτοπωλείου.
Οι άνθρωποι δεν βλάπτουν μόνον το σώμα τους με τα τατουάζ αλλά και την ψυχή τους μέσα από τα διάφορα αποκρυφιστικά σύμβολα που χαράζουν πολλές φορές εν αγνοία της επιλογής τους στο δέρμα.

Παρατηρούμε πολλούς ανθρώπους να χαράζουν στο σώμα τους σύμβολα σατανικά τα οποία πολλές φορές εν αγνοία τους γίνονται και «φυλαχτά» που καταστρέφουν το σώμα και σκοτίζουν την ψυχή.
Η εκ δεξιών πλάνη που πέφτουν ορισμένοι είναι το τατουάζ σε σχήμα σταυρού ή με τη μορφή κάποιου αγίου. Κατ’ αυτόν τον τρόπο δεν τιμάμε ούτε τον τίμιο σταυρό, ούτε του αγίους. Θέση στο σώμα μας ο τίμιος σταυρός έχει μόνον στο στήθος μας όπως γνωρίζουμε κρεμασμένος με ένα σχοινάκι ή με μία αλυσίδα στο λαιμό μας. Με τον ίδιο τρόπο μπορούμε να κρεμάσουμε ένα μικρό εικονίδιο του αγίου που μας προστατεύει.
Το ίδιο λάθος κάνουν ορισμένοι  με την Ελληνική σημαία χαράζοντας την ως τατουάζ σε μέρος του σώματός τους ή ακόμη χειρότερα τοποθετώντας την στο κρεβάτι ως κατωσέντονο, πανωσέντονο, ως τραπεζομάντηλο, ως κάδρο στον τοίχο κ.ά. 
Αυτή η ενέργεια  δεν δείχνει αγάπη προς την σημαία αλλά ασέβεια.
Η σημαία πρέπει να τοποθετείται στο ιστό της, και στην κορυφή του ιστού να δεσπόζει ο τίμιος σταυρός.
Είτε εντός οικίας, είτε σε εξωτερικό χώρο τοιουτοτρόπως θα πρέπει να δεσπόζει η Ελληνική σημαία.

Μικρή ιστορική αναδρομή του τατουάζ
Το χάραγμα του δέρματος με τατουάζ δεν είναι μία σύγχρονη μόδα αλλά το εφάρμοζαν πολλούς αιώνες πριν και σε διάφορα σημεία του πλανήτη για πολλούς και διαφορετικούς λόγους και αιτίες.

Στην Κίνα επί δυναστείας MIG χάραζαν με τατουάζ στο μέτωπο τους πολίτες που είχαν πράξει ποινικά αδικήματα. Η τεχνική αυτή γινόταν με ειδική βελόνα εμποτισμένη σε ανεξίτηλη σινική μελάνη. 
Ανάλογα με το ποινικό αδίκημα που είχε κάνει ο πολίτης χαράζονταν στο μέτωπό του και το αντίστοιχο τατουάζ ούτως ώστε σε όποια πόλη ή χωριό της επικράτειας κι αν πήγαινε οι ντόπιοι κάτοικοι ελάμβαναν την πληροφορία των ποινικών του πράξεων από το χαραγμένο μέτωπο του και ελάμβαναν τα μέτρα τους.
Στα απομακρυσμένα νησιά του Ειρηνικού ωκεανού χάραζαν αλλά και χαράζουν το δέρμα τους σε διάφορα σημεία του σώματος για λόγους καλαισθησίας, αλλά και ως ένδειξη της ανάλογης κοινωνικής τους θέσης.

Την κουλτούρα αυτών των λαών μεταλαμπάδευσαν στη Δύση οι Ευρωπαίοι έμποροι και ναυτικοί που ταξίδευαν σε εκείνες τις περιοχές του πλανήτη.
Από τον 15ο αιώνα ναυτικοί των Δυτικών ναυτιλιακών εταιριών που έρχονταν σε επαφή με εκείνους τους πολιτισμούς χάραζαν για λόγους συναισθηματικούς η και καλαισθησίας διάφορα τατουάζ στο δέρμα τους. 
Το κάθε χαραγμένο σχέδιο δεν ήταν τυχαίο αλλά είχε τον συμβολισμό του.

Ερχόμενοι στην Δύση οι άνθρωποι αυτοί μετέφεραν την τέχνη του τατουάζ και τα εργαλεία της. Με το πέρασμα των ετών η τεχνική αυτή εξαπλώθηκε στην τότε Ευρώπη αλλά και στην Αμερική αργότερα.
Μετά τους ναυτικούς την τεχνική του χαραγμένου δέρματος την «υιοθέτησαν» και οι εντός των σωφρονιστικών ιδρυμάτων ποινικοί κρατούμενοι. Για λόγους πάλι ανάμνησης, συναισθήματος, ή και καλαισθησίας χάραζαν με μελάνη σημεία του σώματός τους.

Στη σημερινή εποχή και εντονότερα την τελευταία 20ετία το τατουάζ έχει γίνει μόδα και πολλοί άνθρωποι ανά τον κόσμο κοσμούν το δέρμα τους με διάφορα σχέδια. Άλλοι με περισσότερα, άλλοι με λιγότερα.
Οι λόγοι που κάποιος άνθρωπος σήμερα χαράζει το δέρμα του με τατουάζ είναι ποικίλοι. Λόγοι συναισθηματικοί (ονόματα ζεύγους), πολιτικοί (σύμβολα πολιτικών ομάδων ή και κομμάτων), αθλητικοί (ομάδες, σύλλογοι), θρησκευτικοί (σύμβολα διαφόρων θρησκειών), εθνικοί (πατριωτικά, εθνικά κ.α. σύμβολα), ή απλώς το τατουάζ μπορεί να γίνει για το θεαθήναι και τη μόδα λόγω της ενδεούς πνευματικής ή και ψυχικής κατάστασης του προσώπου.

Πολλά τα καλλιτεχνικά εργαστήρια που έχουν «φυτρώσει» σήμερα ανά τον κόσμο. Στα νησιά στις πόλεις, στις κωμοπόλεις, σε τουριστικές περιοχές και όπου αλλού συνωστίζεται πελατεία.
Τατουάζ και υγεία

 Κατ’ αρχάς πρέπει να πούμε ότι ένα εργαστήριο χαράγματος τατουάζ θα πρέπει να πληροί τους κανόνες υγιεινής τόσο στα μηχανήματα που χρησιμοποιεί, όσο και στα υλικά. Η σημερινή τεχνολογία είναι τόσο ανεπτυγμένη που ο κίνδυνος μολύνσεων από τέτοιου είδους επεμβάσεις είναι  σχεδόν ανύπαρκτος.
Αυτό εξαρτάται από το πόσο ορθά συντηρεί τα εργαλεία ο τεχνίτης.
Για το πόσο ασφαλή είναι τα μελάνια του χαράγματος οι γνώμες διίστανται, οι μεν υποστηρικτές της δερματοστιξίας μιλάνε για ασφαλή και ανεκτά από τον ανθρώπινο οργανισμό μελάνια, η δε ιατρική κοινότητα αναφέρεται σε μελάνια με επικίνδυνες για τον ανθρώπινο οργανισμό ουσίες όπως βαρέα μέταλλα (υδράργυρος, αλουμίνιο κ.λ.π.) αλλά και καρκινογόνες  χημικές ενώσεις.

Κατά το πλείστον οι ακτινολόγοι στην εποχή μας αποφεύγουν να κάνουν μαγνητική τομογραφία σε άτομα που έχουν κεντήσει με τατουάζ το σώμα τους γιατί λόγω των βαρέων μετάλλων που εμπεριέχουν τα αντίστοιχα μελάνια της δερματοστιξίας αναπτύσσουν μεγάλες θερμοκρασίες από τα μαγνητικά πεδία του τομογράφου. Αυτό έχει ως τραγική κατάληξη το έγκαυμα της συγκεκριμένης περιοχής του δέρματος.
Αφαίρεση τατουάζ

Η τεχνική που έχει αναπτυχθεί στην εποχή μας για το «σβήσιμο» του τατουάζ από  το δέρμα γίνεται ανώδυνα και μέσα από σύντομες διαδικασίες.  Αναφέρομαι στο laser (φωτόλυση)? το  οποίο διαλύει στο άψε – σβήσε τη μελάνη του τατουάζ. 
Ένα προβληματάκι ίσως να υπάρχει με τις διαλυμένες ουσίες του χρώματος μέσα στον οργανισμό. Αυτές θα πρέπει κάποια στιγμή να αποβληθούν από το σώμα δια μέσου των νεφρών.  

26 Ιουνίου 2017

Αν ο ιερέας δεν ζει σωστά, ο βαπτιζόμενος από αυτόν βλάπτεται;


ΑΓΙΟΥ ΙΣΙΔΩΡΟΥ ΠΗΛΟΥΣΙΩΤΟΥ
ΑΝ Ο ΙΕΡΕΑΣ ΔΕΝ ΖΕΙ ΣΩΣΤΑ
Ο ΒΑΠΤΙΖΟΜΕΝΟΣ ΑΠΟ ΑΥΤΟΝ ΒΛΑΠΤΕΤΑΙ; 
ΣΤΟΝ ΚΟΜΗΤΑ ΕΡΜΙΟ

Ότι, εάν ο Ιερέας δεν ζει σωστά,
 ο βαπτιζόμενος δεν βλάπτεται καθόλου ως προς τα σωτηριώδη σύμβολα.
Επειδή, όπως έχεις γράψει, σκανδαλίζεσαι από τη ζωή τού πρεσβυτέρου Ζωσίμου, και νομίζεις ότι, όσοι βαπτίζονται από αυτόν, βλάπτονται καίρια και αναπόφευκτα, θεώρησα σωστό να σου απαντήσω πολύ γρήγορα, ότι αυτός που βαπτίζεται δεν βλάπτεται ως προς τα σωτηριώδη σύμβολα, εάν ο ιερέας δεν ζει σωστά, αλλ’ αυτός βέβαια οπωσδήποτε (γιατί πρέπει να σε δια­βεβαιώσω) θα απολαύσει εκείνες τις θεϊκές και ανώτερες από κάθε περιγραφή ευεργεσίες, ενώ ο ιερέας θα δώσει λόγο πιο ανυπόφορο για τη δική του ζωή, και θα κολαστεί τόσο περισσό­τερο, όση είναι και η τιμή της οποίας είχε αξιωθεί. Γιατί αυτός που δεν έγινε αγαθός ούτε με το ότι τιμήθηκε με την ιερωσύνη, δικαιολογημένα θα είναι άξιος μεγαλύτερης τιμωρίας.

Κανένας λοιπόν από αυτούς που μυήθηκαν σ’ εκείνη την θεϊκή τελετή, η οποία ανοίγει στους μυημένους τους ουρανούς, να μη σκέφτεται ότι βλάπτεται άμεσα ως προς τα σύμβολα της σωτηρίας, ούτε, όταν ενδεχομένως φταίξει, να νομίζει ότι θα έχει ευπαρουσίαστη ομολογία τη ζωή τού ιερέα. Αυτά βέβαια τα λέγω, όχι επειδή όλοι οι ιερείς είναι τέτοιοι, μη γένοιτο (αν και βέβαια σε κάποι­ους υπάρχουν αυτά τα παραπτώματα, από άλλους όμως απουσιάζουν. Και αν σε μερικούς δεν υπάρχουν αρετές, ούτε από όλους λείπουν), αλλά θέλοντας να δείξω, ότι ακόμα και αν όλοι είναι τέτοιοι, αυτός που βαπτίζεται δεν βλάπτεται καθόλου.
Αν όμως νομίζεις ότι αυτά είναι σκέψεις ανθρώπων, θα προσπαθή­σω να σε βεβαιώσω από τα θεία λόγια. Τι δηλαδή πιο βδελυρό υπήρξε από τον Βαλαάμ; Και όμως ο Θεός χρησιμοποίησε τη γλώσσα του σε ευλογίες. Τι επίσης πιο μυαρό από τον Καϊάφα; Και όμως προφήτεψε, και η χάρη του Θεού τη γλώσσα του βέ­βαια την άγγιξε, την πρόθεσή του όμως δεν την άγγιξε. Αν όμως θέλεις να μάθεις και κάτι πιο παράδοξο, με κόρακα, το ακάθαρτο αυτό πτηνό, έτρεφε τον Ηλία που διέτρεξε τους ουρανούς.
Μην αμφιβάλλεις λοιπόν, όταν τα θεία και υπερφυσικά χαρίσματα δίνονται σε μερικούς αμαρτωλούς ιερείς (γιατί δεν πρέπει να τους καταδικάζουμε όλους, ούτε και είναι δίκαιο).

 ΣΤΟΝ ΖΩΣΙΜΟ Για το ίδιο θέμα.
Απορώ πολύ, πως, ενώ δεν έχεις εξαναγκασθεί από κάποιο παράδειγμα, ούτε και έχεις κάποιον να μιμηθείς (γιατί εύχομαι να μη συμβεί σε κανένα να πέσει σε τόσο βαθύ βάραθρο, και είθε συ να συνέλθεις από αυτή την καταστρεπτική μέθη), κατηγορείς τους ιερείς που διακρίνονται για τις αρετές και είναι πλούσιοι σε πνευματικά κατορθώματα, νομίζοντας ότι η διακωμώδηση των άλλων αποτελεί δικαιολογία για τα δικά σου καμώματα.
Αλλ’ αυτό δεν είναι έτσι, αγαπητέ, δεν είναι έτσι, αντίθετα και από τους ανθρώπους γελοιοποιείσαι και καταδικάζεσαι, και από τον Θεό θα υποστείς πολλές τιμωρίες, και επειδή ασπάσθηκες την κακία, και επειδή ατίμασες την αρετή, και επειδή κατηγόρησες αυτούς που είναι τρόφιμοι της αρετής, και επειδή, φερόμενος σαν μεθυσμένος, εξύβρισες την ιερωσύνη, με αποτέλεσμα οι πε­ρισσότεροι από τους ανθρώπους, για να μη πω όλοι, σκανδαλίσθηκαν από σένα, νομίζοντας ότι έπαθαν ζημιά ως προς τα μυστήρια της σωτηρίας.

Για να απαλλαγείς λοιπόν από όλα αυτά τα κακά, πράγμα που εύχομαι, γνώρισε τον εαυτό σου.

ΙΣΙΔΩΡΟΥ ΠΗΛΟΥΣΙΩΤΟΥ ΑΠΑΝΤΑ ΤΑ ΕΡΓΑ    2
ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ – ΒΙΒΛΙΟ Β’ – ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ Α’-Τ’
Εισαγωγή Κείμενο – Μετάφραση – Σχόλια
Από τον Παναγιώτη Παπαευαγγέλου Διδάκτορα θεολογίας
http://www.impantokratoros.gr/FBE920E8.el.aspx

ΔΗΜΟΦΙΛΕΙΣ ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ

Αναγνώστες